Σελίδες

1/10/18

Η μεγάλη Διαχείριση πίσω από τη μικρή Διαχείριση





Συνέχισε να ψωνίζεις.
Συνέχισε να βλέπεις τηλεόραση.
Συνέχισε να δουλεύεις 9-5.
Συνέχισε να ψηφίζεις τις μαριονέτες μας.
Συνέχισε να πιστεύεις στη μεγάλη ψευδαίσθηση.

Η Διαχείριση.


Αυτά λέει η εικόνα που με ειρωνικό τρόπο μάς προτρέπει να πάψουμε να ζούμε τη μεγάλη ψευδαίσθηση και να ξυπνήσουμε επιτέλους. Δεν μας διευκρινίζει, τι θα δούμε σε περίπτωση που ξυπνήσουμε. Αλλά μια και κατηγορείται η Διαχείριση (γενικώς) για τη μεγάλη μας ψευδαίσθηση, τότε πρέπει να υποθέσουμε ότι ξυπνώντας από το λήθαργο, στον οποίο τώρα βρισκόμαστε:
Α) Θα σταματήσουμε να ψωνίζουμε.
Β) Θα σταματήσουμε να βλέπουμε τηλεόραση.
Γ) Θα σταματήσουμε να δουλεύουμε 9-5.
Δ) Θα σταματήσουμε να ψηφίζουμε τις μαριονέτες της Διαχείρισης.

Υποθέτω ότι αυτές οι παραινέσεις απευθύνονται στους πολίτες του ανεπτυγμένου κόσμου. Για τους πολίτες των φτωχών χωρών αυτές οι παραινέσεις θα ήταν ακατανόητες. Εκεί θα είχαμε άλλου τύπου παραινέσεις από τη Διαχείριση. Πχ: 

Α) Συνέχισε να πεινάς.
Β) Συνέχισε να είσαι άνεργος.
Γ) Συνέχισε να γεννοβολάς κάθε χρόνο.
Δ)Συνέχισε να σκυλοπνίγεσαι προσπαθώντας να μεταναστεύσεις στις πλούσιες χώρες.
Ε) Συνέχισε να ονειρεύεσαι ότι είσαι πολίτης του ανεπτυγμένου κόσμου.


Ο Τζέιν Όστιν και η Λόρεν Γκέογκαν, πολίτες του ανεπτυγμένου κόσμου και συγκεκριμένα πολίτες των Ηνωμένων Πολιτειών, ήταν προφανώς ενήμεροι των πονηριών της Διαχείρισης.

«Έχω κουραστεί να σπαταλώ τις καλύτερες ώρες της ημέρας μου μέσα σε ένα μουντό κτήριο και να χρωματίζω τα καλύτερα χρόνια της ζωής μου με γκρι και μπεζ χρώμα», έγραψε ο Όστιν στο μπλογκ του ανακοινώνοντας την κοινή απόφαση αυτού και της Λόρεν να τα παρατήσουν και να γυρίσουν τον κόσμο με τα ποδήλατά τους.

Πήρε λοιπόν την κοπέλα του, ανέβηκαν στα ποδήλατά τους και άρχισαν να γυρίζουν τον κόσμο. Το ζευγάρι κατέγραφε το ταξίδι τους στο Instagram και σε ένα μπλογκ που διατηρούσαν από κοινού. Όπως έγραψαν οι New York Times, μοιράζονταν με τους ακολούθους τους «την ευγένεια και τις πράξεις καλοσύνης που αντάλλαξαν με αγνώστους».

Καλά παιδιά, αθώα, με πίστη στον συνάνθρωπο. Ναι.

«Διαβάζετε τις εφημερίδες και καταλήγετε να πιστεύετε ότι ο κόσμος είναι ένα μεγάλο, τρομακτικό μέρος», έγραφε ο Όστιν. «Ότι δεν πρέπει να εμπιστευόμαστε τους ανθρώπους, επειδή είναι κακοί». «Αλλά εγώ δεν το πιστεύω», συνεχίζει. «Το κακό σαν ιδέα είναι ένα ψέμα που έχουμε εφεύρει για να αντιμετωπίσουμε την πολυπλοκότητα των ανθρώπων που έχουν αξίες και πεποιθήσεις διαφορετικές από τις δικές μας. Εν κατακλείδι οι άνθρωποι είναι ευγενικοί. Εγωκεντρικοί κάποιες φορές και κοντόφθαλμοι αλλά ευγενικοί. Γενναιόδωροι, υπέροχοι και ευγενικοί».

Δεν αμφιβάλλω ότι είχαν τέτοιες όμορφες εμπειρίες αυτοί οι δύο καλόβολοι νεαροί στο ταξίδι τους ανά τον κόσμο. Απαλλαγμένοι από τις πονηρές παροτρύνσεις της Διαχείρισης σταμάτησαν να δουλεύουν, διότι μόνο οι δούλοι δουλεύουν, σταμάτησαν να καταναλώνουν, διότι μόνο οι ντοπαρισμένοι πολίτες του ανεπτυγμένου κόσμου καταναλώνουν, σταμάτησαν να είναι κολλημένοι στην τηλεόραση, διότι μόνο όσοι είναι αποχαυνωμένοι το κάνουν και επίσης σταμάτησαν να ασχολούνται με την πολιτική, καθόσον το παιχνίδι είναι στημένο. Έτσι λυτρωμένοι από τη μεγάλη ψευδαίσθηση του βολεμένου πολίτη που είχε φροντίσει να κατασκευάσει η Διαχείριση πήραν τα όρη και τα βουνά.

Χωρίς χρήματα άραγε; Δεν το πιστεύω, όλο και κάποιο ποσόν θα ήταν κατατεθειμένο σε αμερικάνικη Τράπεζα που θα κάλυπτε τις ανάγκες του ταξιδιού τους. Χρήματα που θα είχαν συγκεντρώσει με αρκετή ευκολία ως εργαζόμενοι σε πλούσια χώρα. Όσο για το μέλλον, δεν είχαν καμιά ανησυχία. Όταν θα επέστρεφαν από την περιπέτεια, η πλούσια χώρα τους θα ήταν πάντα εκεί να τους προσφέρει εργασία, νέα τηλεόραση και αμέτρητα καταναλωτικά αγαθά.

Καμιά ανησυχία λοιπόν για το μέλλον. Ας ριχτούμε στην περιπέτεια και ας αποδείξουμε στους καχύποπτους συμπολίτες μας ότι ζουν με λάθος τρόπο και ότι έχουν λάθος απόψεις: Όλοι οι άνθρωποι είναι καλοί.

Κι έτσι ανύποπτοι και αθώοι μπήκαν σε χώρες, όπου η Διαχείριση παρότρυνε τον κόσμο να συνεχίσει να πεινά, να είναι άνεργος, να γεννοβολά αμέτρητα παιδιά και να σκυλοπνίγεται για να πάει στις πλούσιες χώρες. Εκεί πέρα λοιπόν έπεσαν κάποια μέρα πάνω σε κάτι τύπους που διαφωνούσαν κι αυτοί με τις παροτρύνσεις της δικής τους Διαχείρισης. Μόνο που αυτοί δεν είχαν πάρει τα ποδήλατά τους για να περιπλανηθούν στον μεγάλο κόσμο (και να ήθελαν, δεν θα μπορούσαν), είχαν πάρει τις χατζάρες τους και αποκεφάλιζαν τους εχθρούς τους, δηλαδή όσους κρύβονταν πίσω από την τοπική τους Διαχείριση. Επαναστάτες ήταν κι αυτοί όπως τα δυο Αμερικανάκια, ομοίως  απαλλαγμένοι από τις ψευδαισθήσεις της Διαχείρισης.

Στη συνάντηση των δύο πλευρών, θα περίμενε κανείς ότι οι επαναστάτες του πλούσιου κόσμου και οι επαναστάτες του φτωχού, θα αγκαλιάζονταν συγκινημένοι και θα αντάλλαζαν λόγια αγάπης και αιώνιας φιλίας. Στο κάτω κάτω και οι δύο πλευρές είχαν ξυπνήσει από τον λήθαργο που τους είχε ρίξει η Διαχείριση και έβλεπαν πλέον με καθαρή ματιά τον κόσμο.

Δυστυχώς δεν συνέβη κάτι τέτοιο.

Όταν οι δύο Αμερικανοί έφτασαν στο Τατζικιστάν και ενώ διέσχιζαν τη χώρα με τα ποδήλατά τους, ένα αυτοκίνητο έπεσε πάνω τους, σύμφωνα με το CBS News. Πέντε άνδρες βγήκαν από το αυτοκίνητο και μαχαίρωσαν το ζευγάρι μαζί με άλλους δύο ποδηλάτες, έναν από την Ελβετία και έναν από τις Κάτω Χώρες που κι εκείνοι είχαν λυτρωθεί, ως φαίνεται, από τη μεγάλη ψευδαίσθηση της πρωτοκλασάτης Διαχείρισής τους.

Δυο μέρες αργότερα, το ISIS δημοσίευσε ένα βίντεο που έδειχνε τους ίδιους άνδρες να κάθονται μπροστά από τη μαύρη σημαία του ISIS. Οι άνδρες εμφανίζονται να κοιτάζουν την κάμερα και ορκίζονται να σκοτώσουν τους «δύσπιστους», σύμφωνα με τους New York Times.




Συμπέρασμα: Όσοι ανήκουν στη σφαίρα επιρροής της Διαχείρισης του πλούσιου κόσμου δεν ταυτίζονται με όσους ανήκουν στη σφαίρα επιρροής της Διαχείρισης του φτωχού κόσμου. Οι δε αντάρτες των δύο πλευρών δεν έχουν καμιά ομοιότητα μεταξύ τους.

Οφείλω ωστόσο να παραδεχτώ ότι υπάρχει μια ανώτερη Διαχείριση που λειτουργεί τέλεια και στις πλούσιες και στις φτωχές χώρες. Οι δε παροτρύνσεις της είναι κοινές για όλους μας και είναι οι εξής:

Α) Συνέχισε να ζεις σαν να είσαι αθάνατος.
Β) Συνέχισε να θεωρείς τον εαυτό σου ως το κέντρο του κόσμου.
Γ) Συνέχισε να πιστεύεις ότι η ζωή σου είναι πολύτιμη.
Δ) Συνέχισε να υποφέρεις και να ονειρεύεσαι.
Ε) Συνέχισε να πιστεύεις στη μεγάλη ψευδαίσθηση.

Ας υποθέσουμε τώρα ότι καταφέραμε και βγήκαμε από τις ψευδαισθήσεις μας και καταλάβαμε ότι εδώ παίζεται μια παράλογη ιλαροτραγωδία. Άντε και το καταλάβαμε. Τι γίνεται μετά;

Η δική μου απάντηση είναι στο διήγημα που ακολουθεί.


Η  νόσος

Αυτό που συνέβη στις τρεις Μαρτίου του έτους  2.155 δεν είχε προηγούμενο. Κάποιο κλικ έγινε μέσα στο μηχανισμό της ανθρώπινης συμπεριφοράς -μάλλον όχι κλικ αλλά κρακ -  και όλη η ανθρωπότητα κάθισε κάτω. Αυτό στην κυριολεξία: Κάθισαν όλοι κάτω, σταύρωσαν τα χέρια και αρνήθηκαν να κάνουν το παραμικρό.

Καθώς ο ήλιος ανέτελλε κανονικά, όπως κάνει εκατομμύρια χρόνια, και πήγαινε από την ανατολή προς τη δύση, σε όποιο τόπο ξεκινούσε η  ημέρα της τρίτης Μαρτίου του 2.155, οι άνθρωποι ξυπνούσαν, σηκώνονταν απ’ τα κρεβάτια τους, έκαναν μερικά βήματα και ξαφνικά σταματούσαν, κοίταζαν γύρω τους με ένα απύθμενα άδειο βλέμμα και μετά κάθιζαν κάτω και δεν ξανασηκώνονταν.

Έτσι μέσα σε λίγες ώρες αδρανοποιήθηκε ολόκληρη η ανθρωπότητα. Με τη λήξη της τρίτης Μαρτίου του 2.155 δεν είχε μείνει κανείς όρθιος. Ο ήλιος ανέτειλε βέβαια και στις τέσσερις Μαρτίου του 2.155. Αλλά ο κόσμος δεν ήταν πια ο ίδιος.

 Εννοείται ότι κάποιοι πέθαναν αμέσως από την πρώτη μέρα – όσοι ήταν πολύ ευάλωτοι και είχαν άμεση ανάγκη από τη φροντίδα των συνανθρώπων τους. Οι περισσότεροι όμως – δηλαδή κάποια δισεκατομμύρια ανθρώπων – παρέμειναν ζωντανοί. Αυτοί εξακολουθούσαν να κάθονται κάτω με σταυρωμένα τα χέρια και κοίταζαν γύρω τους τον κόσμο με βαθύτατη αδιαφορία.

Θα’ λεγε κανείς πως η ανθρωπότητα έπαθε ξαφνικά οξεία κρίση κατάθλιψης και μάλλον αυτή θα ήταν η διάγνωση των ψυχιάτρων, αν κανείς από αυτούς είχε παραμείνει όρθιος. Αλλά και οι ψυχίατροι είχαν πάθει ό,τι και οι άλλοι και επομένως καμιά διάγνωση δεν μπορούσε να γίνει από κανέναν.

Δεν χρειάζεται και πολλή φαντασία για να καταλάβει κανείς τι όψη πήρε ο κόσμος μέσα σε λίγα εικοσιτετράωρα. Όλα όσα έχτισε ο άνθρωπος με απέραντη υπομονή χιλιετιών κατέρρευσαν. Αυτό που λέμε «πολιτισμός», όλες οι πλευρές του αλλά και οι παρενέργειές του, υποχώρησαν ραγδαία και απόμειναν μόνο κάτι κατασκευές που άντεχαν ακόμη, γιατί δεν τους ήταν απαραίτητη η άμεση παρέμβαση του ανθρώπου. Άχρηστες οι περισσότερες από αυτές, εφόσον η ανθρωπότητα συνέχιζε να κάθεται αδρανής κάτω.

Στις πέντε Μαρτίου του 2.155 η Δίψα και η Πείνα απλώθηκαν σαν  πανούκλα πάνω σε όλο τον πλανήτη. Όσοι είχαν άμεση πρόσβαση σε νερό και τροφές, δεν είχαν ακόμη έντονο πρόβλημα. Οι υπόλοιποι όμως διψούσαν και πεινούσαν. Κανείς ωστόσο δεν καταδέχτηκε να σηκωθεί και να πάει να ψάξει για τροφή και νερό λίγο παραπέρα.

Σε αντίθεση με τους ανθρώπους ο κόσμος των ζώων εξακολουθούσε να αντιδρά όπως πάντα : αυτά έψαχναν για την τροφή τους και μια και ο άνθρωπος έπαψε να τους γίνεται εμπόδιο, άπλωσαν τις έρευνές τους και στις παρυφές των χωριών και των πόλεων. Εννοείται ότι αρκετοί άνθρωποι κατασπαράχθηκαν, αλλά σαν τους πρωτοχριστιανούς δεν έφεραν καμιά αντίσταση.

Στις έξι Μαρτίου του 2.155 η ανθρωπότητα ήταν λιγότερη κατά μερικά εκατομμύρια. Και αποδώ και πέρα μέσα σε κάθε λεπτό που περνούσε αρκετές χιλιάδες άνθρωποι εγκατέλειπαν  αυτό το μάταιο κόσμο με τον ένα ή τον άλλο τρόπο.

Μέσα σε λίγους μήνες η ανθρωπότητα συρρικνώθηκε σε κάποιες χιλιάδες ανθεκτικών ατόμων που είχαν την τύχη να αδρανοποιηθούν κοντά σε αποθέματα τροφής και νερού. Αλλά κι αυτά εξαντλήθηκαν κάποια μέρα κι έτσι πέθαναν κι οι τελευταίοι άνθρωποι.
Ο πλανήτης παραδόθηκε στα φυτά και τα ζώα και ξανάγινε ζούγκλα. Το πέρασμα του ανθρώπου και του πολιτισμού του σκεπάστηκε από τόνους λάσπης, νερού και χώματος και χάθηκε από προσώπου γης.
Αυτό ήταν.

-Αυτό ήταν ; ρώτησε απογοητευμένος ο συνομιλητής μου, όταν τέλειωσα την αφήγησή μου.

-Αυτό. Δεν έχει άλλο.

-Ναι, αλλά η ιστορία σου έχει ένα σοβαρό ελάττωμα: δεν εξηγείς για ποιο λόγο οι άνθρωποι έπαθαν αυτή την αδρανοποίηση.

-Δεν υπάρχει κανένα ελάττωμα, είπα. Διότι μόνο ένας  ζωντανός και υγιής άνθρωπος θέτει λογικές ερωτήσεις. Αν ποτέ το πάθουν αυτό όλοι οι άνθρωποι μαζί, κανείς άλλος δεν θα είναι εδώ για να αναρωτηθεί.

Ο συνομιλητής μου έμεινε για λίγο συλλογισμένος.

-Ωστόσο, είπε μετά, εσύ με τη φανταστική ιστορία σου εισάγεις στον τρέχοντα κόσμο μια υπόθεση. Το ανθρώπινο πνεύμα που δεν είναι αδρανοποιημένο, όπως συμβαίνει στην υπόθεσή σου, θέλει να ξέρει το λόγο της αδρανοποίησης. Έτσι λειτουργούμε οι άνθρωποι κι έτσι θέλουμε να λειτουργούν και οι ιστορίες μας.

-Πολύ καλά, του απάντησα. Θα σου δώσω μια εξήγηση, αν και με τον τρόπο αυτό καταστρέφεται εν μέρει η ιστορία μου. Ας υποθέσουμε λοιπόν ότι σε κάποια στιγμή της ανθρώπινης Ιστορίας  αρχίζουν να πληθαίνουν οι άνθρωποι που αναρωτιούνται, όπως εσύ τώρα: «για ποιο λόγο;» Ας υποθέσουμε ότι αυτό είναι κάτι σαν ιός του πνεύματος που μεταδίδεται από τις συζητήσεις, τις εφημερίδες, τα βιβλία, την τηλεόραση, το διαδίκτυο, γενικά από κάθε εφεύρημα, μέσω του οποίου οι άνθρωποι επικοινωνούν μεταξύ τους. Κάποια στιγμή γινόμαστε όλοι φορείς του ιού. Αποκεί και πέρα είναι ζήτημα χρόνου να εκδηλωθεί η νόσος. Μπορεί να είναι η τρίτη Μαρτίου του 2.155 ή οποιαδήποτε άλλη μελλοντική στιγμή του χρόνου.

-Ποια νόσος;

-Η αδρανοποίηση. Ξυπνάμε στις τρεις Μαρτίου του 2.155 και καθώς πίνουμε τον καφέ μας, μας καθηλώνει ξαφνικά το αμείλικτο ερώτημα: «Για ποιο λόγο;» Η εξέλιξη της νόσου είναι ραγδαία: μέσα σε λίγα λεπτά μας ρίχνει κάτω. Δεν ξανασηκωνόμαστε ποτέ και για τίποτα. Τελειώνουμε το παιχνίδι εμείς πριν μας τελειώσει εκείνο.

-Χμ, έκανε ο συνομιλητής μου. Θέλεις να πεις ότι η φύση έχει τον τρόπο της να μας αποβάλει, όταν ξεπεράσουμε κάποιο όριο;

-Ή αποβάλλουμε εμείς τη φύση, όταν καταλάβουμε ότι ο σοφός και θαυμαστός  αυτοματισμός της δεν οδηγεί πουθενά. Μάλλον συμβαίνουν συγχρόνως και τα δύο.

-Και πού εντοπίζεται η βλάβη; Διότι ο ιός κάτι πρέπει να καταστρέφει μέσα στο σώμα μας.

-Καταστρέφει το γονίδιο που έχει την εντολή: « ζήσε». Η κατάρρευση κατόπιν είναι θέμα χρόνου.

-Χμ, έκανε πάλι συλλογισμένος ο συνομιλητής μου. Γιατί δεν βάζεις και λίγη μεταφυσική χροιά στην υπόθεση; Τι γνώμη θα είχε, ας πούμε, ο δημιουργός της φύσης – αν υπάρχει τέτοιος -  γι' αυτή την ολοσχερή αυτοκτονία;

-Θα αισθανόταν καλύτερα, υποθέτω. Γιατί, όταν οι άνθρωποι αρχίζουν να ρωτούν «για ποιο λόγο» και επεκτείνουν αυτό το ερώτημα ως τα έσχατα όρια, τότε αχρηστεύουν το παιχνίδι. Και γίνονται κι εκείνοι άχρηστοι.

-Τέλος πάντων, πρόκειται για μια φανταστική ιστορία που ποτέ δεν πρόκειται να συμβεί, είπε ο συνομιλητής μου ενοχλημένος.

-Νομίζεις, του απάντησα. Ξέρεις ποιο είναι σήμερα το ποσοστό των ανθρώπων που πάσχουν από κατάθλιψη; 


Από τη συλλογή διηγημάτων μου «Οι Πόρτες», εκδ. Ιωλκός, 2010.




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου