Σελίδες

1/6/16

"Το επίμονο φαινόμενο" (απόσπασμα από τη δεύτερη ιστορία)





(Το κλίμα αλλάζει δραματικά σε όλο τον πλανήτη και έρχεται κάποια στιγμή που πια δεν είναι αναστρέψιμο. Ολόκληρο το βόρειο ημισφαίριο καλύπτεται από χιόνια, ενώ νοτιότερα οι βροχές είναι ασταμάτητες και καταστρέφουν τα πάντα. Κάποιοι καταφέρνουν να σωθούν καταφεύγοντας σε ορεινές σπηλιές, όμως η ζωή δεν είναι πια η ίδια). 


Εκείνη τη στιγμή  μπήκε στη σπηλιά ο Έντι φορτωμένος το σάκο του. Από πίσω ακολουθούσε η Μαίρη με φουσκωμένη την κοιλιά. Ξίνισαν τα μούτρα τους, μόλις μας είδαν.

-Γιατί δεν πάτε στις σπηλιές σας; έκανε ο Έντι εχθρικά.

Σηκωθήκαμε μουδιασμένοι.

-Τι έχεις στο σάκο σου, Έντι; Ρώτησε ο Τζίμι.

-Να μη σε νοιάζει.

-Σκαντζόχοιρους έχει, είπε η Μαίρη.

-Είναι καλός μεζές οι σκαντζόχοιροι, είπε ο Τζίμι.

-Γεια σου, Μαίρη, είπε η Σόφι.

Η Μαίρη τής έριξε μια λοξή ματιά.

-Πώς πάει η εγκυμοσύνη, όλα καλά; Επέμεινε η Σόφι.

-Αν περιμένεις να τσιμπήσεις κανένα σκαντζόχοιρο, ξέχασέ το, είπε η Μαίρη κοφτά.

Βγήκαμε κακόκεφοι από τη σπηλιά.

-Αχάριστο παιδί όμως, μουρμούρισε η Σόφι.

Ο Τζίμι κι εγώ κάναμε πως δεν ακούσαμε.

-Εμείς είχαμε σήμερα χελωνόσουπα, είπε ο Τζίμι.

-Πού βρήκατε τη χελώνα; ρώτησα.

-Στο ποτάμι. Έχουν ξεμείνει μερικές, αλλά κρύβονται.

-Ποιος τη βρήκε, ο Πίτερ;

-Εσύ τι λες; Αν την έβρισκε ο Πίτερ, θα μας έδινε να φάμε;

Δεν απάντησα.

-Εγώ τη βρήκα, είπε ο Τζίμι.

-Αχάριστα παιδιά, επανέλαβε η Σόφι.

Καθίσαμε στις πέτρες και κοιτάζαμε τον ουρανό και τα σύννεφα που πύκνωναν.

- Πονάνε τα κόκαλά μου τελευταία, είπα.

- Και μένα με πονάνε είπε η Σόφι. Και η Λόρα διαμαρτύρεται κι αυτή, υποφέρει πολύ τα βράδια.

-Και ο Τομ τα ίδια, είπε ο Τζίμι. Τις νύχτες δεν κλείνει μάτι από τους πόνους. Μήπως σου έχει ξεμείνει κανένα παυσίπονο, Τζορτζ;

-Πού τέτοιο πράγμα...  Το μόνο που μου έχει μείνει είναι το περίστροφο. Αλλά δεν το λέω στον Άλεκ, γιατί θα μου το πάρει.

Ο Τζίμι κούνησε το κεφάλι:

-Κρύψε το καλά, Τζορτζ. Ένα περίστροφο είναι πολύτιμο πράγμα στις μέρες μας.

-Ο καημένος ο Τομ, μονολόγησε η Σόφι.

-Εντάξει, δεν τα πάμε κι άσχημα, είπε ο Τζίμι.

-Μεγάλωσε τον Πίτερ σαν παιδί του, συνέχισε αυτή.

-Σόφι, σταμάτα τη γκρίνια, είπα. Τα παιδιά πρέπει να επιβιώσουν. Είναι φυσικός νόμος αυτός.

-Χμ, έκανε η Σόφι.

Μείναμε για λίγο σιωπηλοί.

-Δεν είναι περαστική μπόρα αυτό που έρχεται, είπε η Σόφι κοιτάζοντας τα σύννεφα. Είναι κατακλυσμός.

-Πώς το ξέρεις; ρώτησα.

-Το ξέρω. Είναι κατακλυσμός.

Έπεσαν μερικές χοντρές ψιχάλες.

-Καλύτερα να γυρίσουμε στις σπηλιές μας, είπε ο Τζίμι.


Είχε δίκιο η Σόφι, η βροχή ήρθε και ήταν κατακλυσμός.
Έβρεχε πάλι επί μέρες. 

Κλειστήκαμε στις σπηλιές  και περιμέναμε να περάσει. Ο Άλεκ με την Έλεν ήταν όλη μέρα ξαπλωμένοι κοντά στη φωτιά κι έκαναν έρωτα. Εγώ καθόμουν παραπέρα, δεν με ήθελαν στα πόδια τους. Τρώγαμε σαλιγκάρια και βατράχια που φυλάμε πάντα για τέτοιες περιπτώσεις.


Το βιβλίο αναμένεται να εκδοθεί μέσα στον Ιούνιο.







Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου