Σελίδες

17/12/14

Αναγνωστικό κοινό με ή χωρίς υπόβαθρο







Αν κάποιος τολμήσει να βγει δημοσίως και να πει  «συγγνώμη, αλλά εγώ δεν διαβάζω βιβλία», όλοι θα συμπεράνουμε ότι πρόκειται περί ενός αστοιχείωτου ανθρώπου.

Αν κάποιος πει: «διαβάζω μόνο επιστημονικά βιβλία αλλά όχι λογοτεχνία», όλοι θα υποθέσουμε ότι πρόκειται περί ενός ελλειμματικού πνευματικά ανθρώπου.

Αν κάποιος πει: «διαβάζω επιστημονικά βιβλία και λογοτεχνία», όλοι θα σημειώσουμε ότι διαβάζει λογοτεχνία.

Κι αν κάποιος πει: «διαβάζω μόνο λογοτεχνία αλλά ποτέ επιστημονικά βιβλία»,  κανείς δεν πρόκειται να τον κατηγορήσει γι’ αυτό.


Δεν ξέρω γιατί έχει τόση βαρύτητα να είναι κανείς λάτρης της λογοτεχνίας, ενώ αν είναι λάτρης της επιστήμης, περνά γενικά απαρατήρητος.

Υπάρχει ωστόσο μια σημαντική διαφορά ανάμεσα στη λογοτεχνία και την επιστήμη: η λογοτεχνία είναι αισθητική απόλαυση, δηλαδή ευχαρίστηση της ψυχής, ενώ η επιστήμη είναι κόπος του πνεύματος, δηλαδή πνευματική εργασία.

Δεν αναφέρομαι εδώ στους δημιουργούς αλλά στο κοινό. Ο δημιουργός είτε είναι επιστήμονας είτε καλλιτέχνης καταβάλλει κάποια προσπάθεια, μικρή ή μεγάλη, για να δώσει έργο. Το κοινό έρχεται σε επαφή με το έργο μέσω της ανάγνωσης.

Όμως άλλο πράγμα είναι να στρωθείς κάτω και να μελετήσεις πχ  ιστορία, βιολογία, φυσική, κοινωνιολογία και άλλο πράγμα να ξαπλάρεις στον καναπέ και να διαβάσεις ένα μυθιστόρημα. Το ένα προϋποθέτει πνευματική συγκέντρωση και κούραση, το άλλο χαλαρότητα και άνεση.

Έτσι το μεγάλο κοινό προτιμά τη λογοτεχνία και καλά κάνει. Δεν είναι υποχρεωτικό να φορτώνει κανείς το μυαλό του με επιστημονική γνώση, αν δεν τον συγκινεί κάτι τέτοιο.

Το πράγμα φαίνεται όμως να στραβώνει, όταν η αξία της καλλιέργειας περιορίζεται μόνο στον λογοτεχνικό πλούτο παραμερίζοντας καθετί άλλο.

Έτσι παρουσιάζεται το παράδοξο φαινόμενο να υποτιμούμε αυτόν που διαβάζει μόνο επιστημονικά βιβλία, αλλά βαριέται τα λογοτεχνικά, ενώ αντίθετα εξυψώνουμε αυτόν που διαβάζει μόνο λογοτεχνία, αλλά βαριέται τα επιστημονικά βιβλία.

Και στις δύο περιπτώσεις έχουμε μια προσωπικότητα ελλιπή, μόνο που εμείς κάνουμε διακρίσεις: ελλιπή θεωρούμε εκείνον που δεν διαβάζει λογοτεχνία, όχι όμως κι εκείνον που δεν διαβάζει επιστημονικά βιβλία.

Αλλά καλός αναγνώστης της λογοτεχνίας είναι εκείνος που έχει ένα γενικότερο μορφωτικό υπόβαθρο. Αυτός είναι ικανός να ξεχωρίσει το καλό λογοτεχνικό βιβλίο από το μέτριο και το κακό. Αν δεν έχει μια γενικότερη παιδεία, θα δυσκολευτεί να καταλάβει πότε έχει μπροστά του ένα καλό λογοτεχνικό έργο και πότε ένα έργο αδιάφορο.

Δεν αντιλέγω ότι υπάρχουν και οι αισθαντικοί αναγνώστες, εκείνοι που από τη φύση τους έλκονται και θέλγονται από το καλό έργο και οι οποίοι δεν έχουν ανάγκη από καμιά ιδιαίτερη γνώση. Αυτοί όμως είναι ελάχιστοι.

Και η επίμονη και πολύχρονη εντρύφηση στη λογοτεχνία μπορεί να κάνει κάποιον ικανό και έμπειρο αναγνώστη. Πάλι όμως το μπακγκράουντ  θα παίξει το ρόλο του. Ο αναγνώστης χωρίς γενικότερη καλλιέργεια είναι κατά κανόνα ένας επιπόλαιος αναγνώστης, εντυπωσιάζεται εύκολα από τυχόν τεχνάσματα του δημιουργού, δεν μπορεί να διακρίνει τις βαθύτερες προθέσεις του ή τα κρυμμένα του μηνύματα, παρερμηνεύει εύκολα και καταλαβαίνει άλλα από αυτά που θα ήθελε ο δημιουργός να καταλάβει.

Παρ’ όλα αυτά, εμείς επιμένουμε να θαυμάζουμε όποιον διαβάζει μανιακά λογοτεχνία, χωρίς να εξετάζουμε πόσο ικανός μπορεί να είναι ώστε να την εκτιμήσει σωστά.

Και με τα άλλα είδη της τέχνης συμβαίνει το ίδιο. Αποχτούμε «κουλτούρα» απολαμβάνοντας κινηματογραφικές ταινίες και περνώντας ευχάριστα τον καιρό μας, παρακολουθώντας αραχτοί θέατρο, ακούγοντας μουσική  και χορεύοντας και τραγουδώντας,  χαζεύοντας ζωγραφικούς πίνακες, φωτογραφίες ή δεν ξέρω τι άλλο.

Είναι μια κουλτούρα εύθραυστη και εύκολα χειραγωγήσιμη, αν κανείς θέλει να την εκμεταλλευτεί προς όφελός του. Πράγμα το οποίο βλέπουμε να συμβαίνει συχνά με έργα μέτρια ή κακά που έχουν μεγάλη απήχηση στο κοινό με τη βοήθεια των ΜΜΕ και άλλων παραγόντων.

Η πραγματική κουλτούρα έχει γερές βάσεις και στηρίζεται κατά μεγάλο μέρος στην επιστημονική γνώση. Όποιος έχει το κουράγιο να κάτσει κάτω - όχι στον καναπέ του ή στην παραλία αλλά στο γραφείο του – και να ξεκοκαλίσει μερικούς τόμους φιλοσοφίας ή ιστορίας της τέχνης ή οποιουδήποτε άλλου γνωστικού αντικειμένου, όποιος έχει το «κουσούρι» να ενδιαφέρεται για τον Κόσμο στο σύνολό του κι όχι μόνο για ευπώλητα αναγνώσματα, αυτός είναι πιο πιθανό να γίνει καλός αναγνώστης της λογοτεχνίας. Δεν θα παρασυρθεί από τους διθυράμβους της κριτικής, θα έχει την προσωπική του άποψη, αλλά και θα μπορεί να ξεχωρίσει ένα καλό έργο που κανείς ίσως δεν έχει ως τότε προσέξει.

Και εν πάση περιπτώσει, ας το ξεκαθαρίσουμε: δεν είναι κανείς υποχρεωμένος να διαβάζει λογοτεχνία, αν δεν του αρέσει, και αυτός δεν είναι λόγος για να τον υποτιμήσουμε. Θα τον υποτιμήσουμε όμως, αν είναι ένας αστοιχείωτος άνθρωπος που αρνείται να διαβάσει γενικώς.



Δημοσιεύτηκε στην Ελεύθερη Ζώνη:














Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου