Σελίδες

8/1/13

Η "Τριλογία" του Σωτήρη Παστάκα.


Η ποίηση του Σωτήρη Παστάκα μου αρέσει.
Μου αρέσει, επειδή δεν προσπαθεί να με θαμπώσει  με περίτεχνες λέξεις και φράσεις που θα με στείλουν στο πουθενά. Επειδή είναι ποίηση βαθιά και αυθόρμητη και έχει την αρετή της γνησιότητας. Δεν θα βρει κανείς εδώ την κουραστική εκζήτηση, την προσεχτική αοριστία και την ασάφεια που βασανίζει πολλούς σύγχρονους ποιητές και τους αναγνώστες τους. Θα βρει αντίθετα ποίηση εκφρασμένη με απλότητα και διαποτισμένη από ζεστό ποιητικό συναίσθημα:

«Να σπάσω τον κουμπαρά.
Να βγάλω ένα-ένα τα φιλιά
που είχα θησαυρίσει,
για την έκτακτη ανάγκη
που έχω τώρα».

(Ροή Ρακής)


Η φιλοσοφική διάθεση δεν λείπει, όμως μάς δίνεται και αυτή με αφοπλιστική απλότητα:

«Να βγάλω το συμπέρασμα
απ’ την κίσσα
που κάθεται σήμερα
στο πιο ψηλό καλάμι.
Απ’ τα χελωνάκια
που βγήκαν από
τη χειμερία νάρκη.
Απ’ τα μπουμπούκια
της βουκαμβίλιας
στο γυμνό κλωνάρι».

(Ροή Ρακής)


«Αναρωτιέμαι αυτά τα νέα
κορμιά π’ αγγίζω ακροθιγώς
με περισσή ευγένεια και χάρη,
πόσα έχουν να χάσουν ακόμα,
έτσι όπως τα βλέπω να σπαν,
να θρυμματίζονται μέσα
στα δάκτυλά μου, πόση
υπομονή χρειάζεται ο εύπλαστος
πηλός να ξαναγίνει χώμα».

(Χαμένο κορμί).

Πού και πού βλέπουμε και πολιτικούς υπαινιγμούς:

«Τέσσερις είναι οι εποχές του χρόνου.
Μια εποχή για την επανάσταση.
Μια εποχή που θρηνεί την επανάσταση.
Μια εποχή που νοσταλγεί την επανάσταση.
Μια εποχή που προετοιμάζει την επανάσταση:
η δικιά μας»

(Χαμένο κορμί).

Οι φίλοι κατέχουν μεγάλο μέρος στην ποίησή του, είναι ένα πολύτιμο κεφάλαιο για τον ποιητή:

«Στη Δέσποινα, το Μάκη,
το Γιώργο, στο τραπέζι
να με φιλεύουνε
σε δίσεκτους χρόνους
ψωμί κι αγάπη».

(Ροή Ρακής)


«Βαρέθηκα να με καλούν
σε επίσημα γεύματα.
Να καθόμουνα
σ’ ένα τραπέζι με φίλους
μια καθημερινή
να έτρωγα όσπρια και λαδερά,
με άφθονη ρακή,
να λάδωνα κι εγώ το αντεράκι μου.
Όλοι μαζί να συγχωρούσαμε
με μια μπουκιά τα πεθαμένα μας».

(Ροή Ρακής)

Το ίδιο και ο έρωτας της γυναίκας:

«Ένα κορμί το άφησε η αγάπη.
Από ένα άλλο έφυγε
ένα αγέννητο παιδί.
Απ’ το δικό μου βγαίνει
ένας βαθύς αναστεναγμός
κάθε φορά που αλλάζω θέση
στο κρεβάτι – άντρας
χωρίς γυναίκα».

(Χαμένο κορμί)

Το φαγητό και το πιοτό, ανάγκη καθημερινή όλων μας, στην ποίηση του Παστάκα παίρνουν άλλες διαστάσεις. Είναι ο τρόπος με τον οποίο βιώνει την καθημερινότητά του, είναι η βαθιά ευχαρίστηση ή η πικρή αίσθηση, ανάλογα πώς συντελείται αυτή η ιεροτελεστία, μαζί με φίλους ή μέσα στη μοναξιά του:

«Ουίσκι με πάγο
καρότο ξιδάτο.
Στα ηλεκτρικά
σκοτάδια
με τα κορίτσια
στη μπάρα,
να περάσει
η νύχτα
κι απόψε».

(Ροή Ρακής)

«Πίτσα, ίντερνετ,
πράσινες μπύρες.
Μετρώ τα λάικ
στο φέισμπουκ.
Με 4.798 φίλους
μόνος μου να τρώω
κάθε βράδυ».

(Ροή Ρακής)


«...Ξέχασα
να μαγειρέψω πάλι. Χορταίνω
με τις μυρουδιές κι ας μην
με κάλεσε κανείς να μοιραστώ
το κοτόπουλο με πατάτες
στα τρία. Σε τάγμα ανεπιθυμήτων,
δεν υπηρέτησα τυχαία».

(Συσσίτιο)


«...Έγλειψα το πιάτο μου,
όπως εδώ κι εξήντα χρόνια.
Η σιωπή παραμένει αφάγωτη
δίπλα μου».

(Συσσίτιο)


«Κι αυτή τη μπουκιά το φαΐ
μόνοι μας θα την καταπιούμε,
όπως τρέφεται η ψυχούλα μας
και μετά στρέφει
το πρόσωπό της αλλού,
σαν τη γάτα που πάει
και κρύβεται
κάτω απ’ το τραπέζι».

(Συσσίτιο)

«Καταναλώθηκαν 10 κιλά οίνου
ερυθρού και άκρατου
και καθαγιασμένα σφάγια
εκ του όρεως Όθρις.
Εύσαρκες ελιές Αμφίσσης
το μισό κιλό 2  ευρώ.
Εξαιρετικά τουρσί προς 1,20,
άρτος με προζύμι 2,00 τα 2 κιλά
και για επιδόρπιο χαλβάς
Όλυμπος προς 2,30 το μισό κιλό.
Υγείαν εύχομαι και μακροημέρευση,
Δημήτριε. Ήρθαμε, είδαμε,
φάγαμε, φύγαμε».

(Συσσίτιο)

Κυρίως όμως αυτό που βάζει τη σφραγίδα στην ποίηση του Παστάκα είναι η αίσθηση της σπαταλημένης ζωής, μιας ζωής που δείχνει να έχει τελειώσει και παράλληλα εξακολουθεί να είναι ένα γλυκύ ενδεχόμενο.

«Πρόσωπα σπαταλημένα ελαφρώς
με ανεμελιά και χάρη
μια εποχή που κατόρθωσε
ν’ αγγίξει μια συνετώς φυλαγμένη
πτυχή μας,
που χάθηκε κι αυτή
μαζί με όλα τα’ άλλα,
αφήνοντας μόνον την αθωότητά μας
ανεπιθύμητη φωτογραφία
μοναδική κληρονομιά στο μέλλον».

(Χαμένο κορμί)

«...Έχασα το μυαλό μου
σε χέρια που μια νύχτα
μου πρότειναν
τρεμάμενη σάρκα».

(Χαμένο κορμί).

«Ξεχειλίζω απ’ αγάπη.
....Όλο λέω
να την φτύσω την αγάπη
κι ακόμα δεν μπορώ...»

(Χαμένο κορμί).


Με στιγμές απόλυτης παραίτησης:

«Ένα χαμένο κορμί
είναι ο ιδανικός μουσαφίρης...
...Μόνον όταν αποχωρεί
τρομάζουν οι οικοδεσπότες.
Για τέσσερις μέρες
φιλοξενούσαν ένα φάντασμα».

(Χαμένο Κορμί)

«...ένας που έχασε ό,τι είχε να χάσει
έχασε στο τέλος και τον ύπνο του».

(Χαμένο κορμί).


«Άρρωστος άνθρωπος
σακάτης ψάχνει
πολύτεκνη οικογένεια
να τον φιλοξενήσει
-ένα πιάτο φαγητό
ένα κρεβάτι-
με αντάλλαγμα να διδάξει
στα παιδιά τους
την φιλευσπλαχνία
την προς τον πλησίον μας
αγάπη».

(Ροή Ρακής).


Με στιγμές βαθιάς μοναξιάς:

«Πλούσιο το εορτολόγιο
για έναν άνθρωπο μόνο.
Θρησκευτικές αργίες.
Εθνικές επέτειοι. Σιγά
σιγά αναπτύσσει ένα
υποδόριο μίσος
για τη Θρησκεία
και το Έθνος,
μετά
για τις ονομαστικές εορτές...»

(Χαμένο κορμί)


«Ένας  άντρας μόνος σηκώνει
ένα ποτήρι λευκό κρασί:
Χρόνια πολλά, ένδοξο παρελθόν μου».

(Χαμένο κορμί).


Και νοσταλγίας:

«....Χρόνους
 πολλούς απ’ τη ζωή σου λείπω»

(Χαμένο Κορμί).


«Τις δάφνες που έδρεψα
σε εφήμερες κλίνες,
....σ’ ένα κουτάκι τις φυλάω».

(Χαμένο κορμί).


Καμιά φορά και μομφής προς τον εαυτό του:

«Πέτρα κορμί καμιά πρασινάδα
δεν άφησες ν’ αναπτυχθεί πάνω σου».

(Χαμένο κορμί).

Αλλά και μιας αχνής ελπίδας να υποφώσκει κάπου βαθιά:

«Να μεταποιήσουν επιτέλους
το κορμί μου,
μπας και γίνει ζωή».

(Χαμένο κορμί).


«....το σώμα
επιζητάω που θα μου δώσει πίσω
το χαμένο μου κορμί».

(Χαμένο κορμί).


Από την Τριλογία ξεχωρίζω την πρώτη ενότητα, το «Χαμένο Κορμί».
Χαμένο κορμί αλλά όχι πεθαμένο, κορμί γεμάτο αναμνήσεις, εμπειρίες, έρωτες και νοσταλγία, αλλά συγχρόνως κορμί αδειασμένο, αφού όλα έχουν περάσει από μέσα του, άφησαν το αποτύπωμά τους κι ύστερα διαλύθηκαν σαν να μην υπήρξαν ποτέ.

Χαμένο κορμί που όμως δεν παύει να ελπίζει. Στις μικρές χαρές της ζωής, σ’ ένα δείπνο με φίλους, σε μια γυναικεία αγκαλιά, σε μια ωραία επανάσταση.

Συνολική εκτίμηση: Ποίηση αληθινή, απλή, ανθρώπινη. Πικρή και εξομολογητική. Ποίηση γνήσια.




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου