Σελίδες

23/2/12

Κροκοδείλια δάκρυα και ψευτοσυγγνώμες


                                                             1990
Μια μόδα των τελευταίων ετών είναι να ζητάμε οι μεγαλύτεροι συγγνώμη από τη νέα γενιά για τον κόσμο που τους παραδίδουμε.
Υποκριτικότατη βέβαια και ψεύτικη συγγνώμη, γιατί αν κάποιος νεαρός αντιγυρίσει στους γονείς του: « Γιατί κάνατε λοιπόν αυτόν κόσμο τόσο ανυπόφορο;»,  εκείνοι θα του απαντήσουν ότι δεν φταίνε ακριβώς αυτοί, αλλά οι Άλλοι, οι ισχυροί, οι κακοί, οι παράνομοι, οι άπληστοι, οι πολιτικάντηδες, τα τραστ, ο ιμπεριαλισμός, το διεθνές κεφάλαιο και πολλά άλλα και ότι αυτοί, άνθρωποι αδύναμοι και άσημοι, ό,τι μπορούσαν έκαναν, διαμαρτύρονταν, απεργούσαν, ψήφιζαν αναλόγως, τι άλλο να έκαναν δηλαδή;
Ο νεαρός όμως που έχει πολύ κολακευτεί από τις συγγνώμες των μεγάλων και πιστεύει ότι όλα τα δίκια είναι με το μέρος του, θα τους πει με τη νεανική του αφέλεια: «Να κάνατε επανάσταση! Αυτό ακριβώς που θα κάνουμε εμείς η αμόλυντη γενιά». 
Πώς να του εξηγήσουν τώρα οι άνθρωποι ότι μόλις παντρεύτηκαν και απέχτησαν το γιο, όλη τους η έγνοια ήταν να τον μεγαλώσουν με τον καλύτερο τρόπο, στα καλύτερα σχολεία, με τους καλύτερους δασκάλους, με τις ξένες γλώσσες του, με τα γυμναστήριά του,  με το ωδείο του, με τα φροντιστήριά του, με τα ακριβά αθλητικά του, αργότερα με το αυτοκίνητό του, τις διακοπές του, τα ταξίδια του, τα μπαρ και τα ξενύχτια του;
Όλα αυτά για να γίνουν χρειάζονται χρήματα και δόξα τω θεώ οι δουλειές  πήγαιναν καλά, έμπαινε χρήμα μπόλικο στο σπίτι, μετακόμισαν και σε ακριβό προάστιο, απέχτησαν και εξοχικό και ήταν έτοιμοι να αγοράσουν κι ένα  πλεούμενο να το έχουν να χαίρονται τις θάλασσες και να το χαίρεται και ο γιος τους με τους φίλους του, όταν ξέσπασε η οικονομική κρίση και όλα ξαφνικά σκοτείνιασαν.
«Συγγνώμη, γιε μου», του λένε τώρα, « εμείς φταίμε που θα σου παραδώσουμε αυτό τον κόσμο τον ανάπηρο και μισερό, δηλαδή όχι ακριβώς εμείς, εκείνοι οι Άλλοι που καταστρέφουν τη φύση και τις πόλεις,  που ανοίγουν πολέμους, που ανεβάζουν τις τιμές, που άφησαν ανεξέλεγκτη την εγκληματικότητα, τα ναρκωτικά, τη βία και όλα αυτά τέλος πάντων, συγγνώμη σου ζητάμε αλλά εκ μέρους αυτών, για να εξηγούμαστε δηλαδή».
Ας μην κοροϊδευόμαστε. Κανείς από μας τους μεγάλους δεν νιώθει υπεύθυνος για τη μορφή που έχει πάρει ο κόσμος μας. Και καλά κάνει.  Επειδή εμείς οι μεγάλοι γεννηθήκαμε σε μια εποχή που ο κόσμος είχε γίνει συντρίμμια από το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και ειδικά οι Έλληνες γεννηθήκαμε σε ένα κόσμο ακόμα πιο πολύ ρημαγμένο εξαιτίας του Εμφυλίου.

                                                  1944
Κανείς όμως από την προηγούμενη γενιά δεν μας ζήτησε συγγνώμη για τον κόσμο που μας παρέδωσε, γιατί δεν είχαν τότε οι άνθρωποι τέτοιες εξωπραγματικές ευαισθησίες. Απλώς ανασκουμπώθηκαν όλοι μέσα στα ερείπια  και ξεκίνησαν από την αρχή. Έχτισαν τα γκρεμισμένα σπίτια τους, δούλεψαν σε όλες τις δουλειές χωρίς διάκριση για να φέρουν ψωμί στο σπίτι και οι μανάδες φρόντιζαν να έχουν τα παιδιά τους φαγητό κάθε μέρα και ρουχαλάκια για να πηγαίνουν στο σχολείο με αξιοπρέπεια.

                                                  1950
Δεν μας ζήτησαν συγγνώμη οι παλαιότεροι και ούτε κι εμείς την απαιτήσαμε ποτέ. Δεν το διανοηθήκαμε καν να αρχίσουμε να αλληλοσυγχωρούμαστε για τις καταστροφές και τη φρίκη που άφησε πίσω του ο πόλεμος, για το θάνατο που μπήκε σε όλα τα σπίτια, για τις τρομερές αδικίες που έγιναν από τους εκάστοτε δυνατούς στους εκάστοτε αδύνατους και για τη μεγάλη  φτώχεια που ακολούθησε τα πρώτα χρόνια της απελευθέρωσης.  

                                                                  1950
Απλά όλοι δουλεύαμε. Οι μεγάλοι στις δουλειές τους και οι μικροί στα σχολεία τους. Έτσι το μαγκάλι έγινε κάποια στιγμή σόμπα και μετά καλοριφέρ. Η γκαζιέρα έγινε πετρογκάζ και μετά ηλεκτρική κουζίνα. Το φανάρι έγινε ψυγείο πάγου και μετά ηλεκτρικό ψυγείο.  Το χαμόσπιτο έγινε μονοκατοικία και μετά διαμέρισμα.  Ο ποδαρόδρομος έγινε λεωφορείο και μετά ιδιωτικό αυτοκίνητο.

                                                 1950 - 60

                                            1950 - 60
 

                                                1950 - 60

Εμείς λοιπόν οι μεγαλύτεροι νιώθουμε ευγνωμοσύνη για την προηγούμενη γενιά που μας γέννησε στη λάσπη και μας παρέδωσε ένα μικροαστικό κόσμο που μπορούσε όμως να σταθεί στα πόδια του. Ξέραμε και εμείς, το ήξεραν και οι παλαιότεροι ότι πράγματι αυτοί δεν είχαν καμιά ευθύνη για το μεγαλοϊδεατισμό του Χίτλερ που αιματοκύλισε τον κόσμο.  Γι αυτό  οι νεότεροι συμπονούσαμε την προηγούμενη γενιά για τα πάθη και τις δοκιμασίες της και ευχόμασταν να μην τα ζήσουμε κι εμείς. Γι αυτό ποτέ δεν βρίσαμε και δεν περιφρονήσαμε τους μεγαλύτερους. Ακούγαμε με δέος όσα μας αφηγούνταν και, καθώς το κακό είχε περάσει, είχαν εκείνοι το κουράγιο να αυτοσαρκάζονται  στις αφηγήσεις τους πολλές φορές με τα βάσανα που είχαν δοκιμάσει,  με το φόβο τους, με την πείνα τους, με τους βομβαρδισμούς και με τις πονηριές που έκαναν για να επιβιώσουν. Για μας η προηγούμενη γενιά ήταν βασανισμένη, όχι υπόλογη για τον κόσμο που μας παρέδωσε.
                                                1960

                                                            1960
Τώρα πώς έγινε και μας έπιασαν εμάς οι τύψεις για τον κόσμο που παραδίδουμε στους νεότερους, δεν καταλαβαίνω. Δεν τους παραδίδουμε βέβαια κανένα παράδεισο, αλλά αυτό έτσι κι αλλιώς δεν πρόκειται να γίνει ποτέ. Τους παραδίδουμε όμως ένα κόσμο καλύτερο από το δικό μας – κι ας μη μας παρασύρει η νοσταλγία που αλλοιώνει την κρίση μας.

                                                           1970 

                                                            1970

                                                          1970
Τους παραδίδουμε ένα κόσμο που δεν τρέμει μπροστά στο χωροφύλακα, δεν κρύβει την εφημερίδα που διαβάζει, δεν κρατά κλειστό το στόμα του από φόβο μη βρεθεί στη Μακρόνησο. Ένα κόσμο που το παιδί του φτωχού που είναι καλό στα γράμματα δεν θα χαντακωθεί από τη φτώχεια του για να γίνει αγρότης ή εργάτης, αλλά θα μπορέσει να σπουδάσει και μάλιστα χωρίς να χρειάζεται να δουλεύει για να ζήσει. Ένα κόσμο που το μοναδικό παλτουδάκι που άλλοτε το κρατούσαμε καμιά δεκαριά χρόνια και μ’ αυτό κυκλοφορούσαμε συνέχεια,  έχει αντικατασταθεί από τζάκετ και μπουφάν και παλτά και κάθε λογής πανωφόρια και δεν ξέρουμε ποιο να πρωτοδιαλέξουμε. Ένα κόσμο που η τροφή είναι άφθονη και προπαντός αυτονόητη. Ένα κόσμο που θεωρεί δεδομένο του δικαίωμα να κάνει διακοπές και ταξίδια ανά τον κόσμο και όχι να περνά όλη του τη ζωή ριζωμένος σ’ ένα τόπο, που θεωρεί δεδομένο του δικαίωμα την αργία του σαββατοκύριακου και όχι μόνο μια ξερή Κυριακή, δεδομένο του δικαίωμα να βγαίνει έξω και να διασκεδάζει και όχι να μετρά τις δραχμούλες του στο σπίτι ακούγοντας ραδιόφωνο.  Ένα κόσμο που ανέχεται το διαφορετικό και δεν το εξορίζει στο πυρ το εξώτερον, που οι νέοι μπορούν να αγαπηθούν ελεύθερα και όχι να κρύβονται στις σκοτεινές γωνιές για να φιληθούν, ένα κόσμο που δέχεται με φυσικότητα την ανύπαντρη μητέρα, που είναι ευαισθητοποιημένος απέναντι στα ζώα, που θυμώνει, όταν κάποιοι κοροϊδεύουν τον ανυπεράσπιστο, που προστατεύει την κακοποιημένη γυναίκα και το κακοποιημένο παιδί, που δεν αδιαφορεί, όπως παλιά, για τους βάναυσους γονείς ή για τους παιδόφιλους (πάντοτε υπήρχαν αυτοί, ξέρετε).

                                                            1980
Αυτά όλα και άλλα πολλά  είναι δικά μας επιτεύγματα, είναι οι νεανικές ιδέες μας που τις κάναμε πραγματικότητα. Ο κόσμος σήμερα είναι πιο ανθρώπινος απ’ ό,τι στα χρόνια των γονιών μας. Εκείνοι μάς παρέδωσαν ένα μικροαστικό κόσμο αρκετά στενοκέφαλο και στενόκαρδο που τον έφτιαξαν από τα ερείπια του πολέμου. Εμείς παραδίδουμε στη νεότερη γενιά ένα μεσοαστικό κόσμο, πιο ανοιχτό, πιο ανεκτικό, που τον φτιάξαμε από τον μικροαστικό. Κανένα χρέος και καμιά οικονομική κρίση δεν μπορεί να κλονίσει αυτά τα κοινωνικά αγαθά που εν τω μεταξύ αποκτήσαμε.
Ας μη χύνουμε λοιπόν κροκοδείλια δάκρυα και ας μην κανακεύουμε τους νέους με ψευτοσυγγνώμες που τους δίνουν το δικαίωμα να οργίζονται αναίτια. Εμείς, οι καθημερινοί άνθρωποι, δεν φταίμε σε τίποτα για τις μεγάλες αδικίες του κόσμου τούτου. Ό,τι περνούσε από το χέρι μας, το κάναμε. Μόνο ίσως σε ένα πράγμα φταίμε: Ότι μεγαλώσαμε τη νέα γενιά υπερπροστατευτικά, με χάδια και φιλιά, και μετά τη ρίξαμε αμάλαγη και μεταξωτή στο στίβο της ζωής να εισπράττει τα χαστούκια αποδώ κι αποκεί. 
Γι αυτό και μόνο γι αυτό πρέπει να ζητήσουμε συγγνώμη από τους νέους. Ότι δεν τους προετοιμάσαμε, δεν τους εκπαιδεύσαμε, δεν τους δείξαμε την αληθινή ζωή. Και το ξύπνημα από το γλυκό όνειρο είναι γι αυτούς τώρα πολύ οδυνηρό.




8 σχόλια:

  1. Πολύ σωστά τα τεκμηρίωσες Καίτη !

    Και μια που τα άκουσα κι εγώ από τα παιδιά μου,
    τώρα θα έχω κάτι να τους λέω, ίσως πράγματα για
    μένα αυτονόητα, που ποτέ δεν σκέφτηκα να αντιπαραθέσω, όχι σαν δικαιολογία, αλλά σαν επιχειρήματα στάσης ζωής ...

    Ευχαριστούμε πολύ και εύγε !
    Σου εύχομαι καλή Σαρακοστή !

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. antikleidi, αυτή είναι η αλήθεια και καλό είναι να την ξέρουν και οι νεότεροι και να μη ζουν στην πλάνη. Μακάρι τα παιδιά μας να παραδώσουν ένα κόσμο καλύτερο στα δικά τους παιδιά.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Κάθε γενιά κάνει το θαύμα της.
    Κάθε γενιά κάνει το λάθος της.
    Η ιστορία λέει ότι το γένος είναι από τους Ολυμπιονίκες στις χρεοκοπίες,για τους λωτοφάγους αυτή είναι η πρώτη οικονομική χρεοκοπία τους.

    Για την ηθική χρεοκοπία που βασίλευε ούτε λόγος να γίνεται τώρα.
    Δεν μας καιγόταν καρφί όταν τα είχαμε όλα . Τώρα που χάνουμε την θαλπωρή του τραπεζικού μας λογαριασμού ,νοιώθουμε χαμένοι.
    θα τα μαζέψει όλα ηθικά όπως κάνει πάντα ο χρόνος στη χώρα των λωτοφάγων.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. habilis, μένω στην τελευταία σου φράση. Στη χώρα των λωτοφάγων θα δουλέψει για χάρη τους ο χρόνος. Πάλι καλά.

    ΑπάντησηΔιαγραφή