Στη χώρα μας η λογοτεχνία του φανταστικού δεν χαίρει ιδιαίτερης εκτίμησης στους κύκλους του καλλιεργημένου αναγνωστικού κοινού.
Οι περισσότεροι μορφωμένοι αναγνώστες αισθάνονται μια ενστικτώδη αντιπάθεια και μια μυστική ανησυχία προς αυτό το είδος του γραπτού λόγου που οδηγεί σε εδάφη πιθανόν ναρκοθετημένα, ικανά να τινάξουν στον αέρα κάθε σοβαρότητα και κάθε κύρος.
Προτιμούν λοιπόν να τα αποφεύγουν για να έχουν ήσυχο το κεφάλι τους. Υπάρχει εξάλλου τέτοια λογοτεχνική πληθώρα κειμένων που ακολουθούν την πεπατημένη, ώστε δεν υπάρχει λόγος να διακινδυνεύσουν εξερευνώντας περιοχές του λόγου που είναι ως η κινούμενη άμμος.
Ωστόσο, αν κάποιο μυθιστόρημα φαντασίας στεφανωθεί με δάφνες εκτός Ελλάδος, τότε όλοι το υποδεχόμαστε και εδώ εγκάρδια, με τους ανάλογους επαίνους, και στις εγκωμιαστικές κριτικές μας δεν είμαστε καθόλου φειδωλοί. Αισθανόμαστε βέβαια ασφαλείς: η έξωθεν καλή μαρτυρία είναι ένα εχέγγυο, μπορούμε με σιγουριά να βασιστούμε πάνω της.
Ως παράδειγμα αναφέρω το μυθιστόρημα «1984» του Όργουελ, έργο καθαρά φανταστικό, μελλοντολογικό, αλληγορικό, το οποίο κανείς διανοούμενος στην Ελλάδα δεν τολμά να αμφισβητήσει σήμερα.
Αναρωτιέμαι όμως ποια θα ήταν η τύχη αυτού του μυθιστορήματος, αν ο συγγραφέας συνέβαινε να είναι Έλληνας και αν το έγραφε στα ελληνικά. Υποπτεύομαι ότι δεν θα είχε καμία τύχη.
Λογοτέχνες που έγραψαν φανταστική λογοτεχνία και θεωρούνται σήμερα μεγάλοι συγγραφείς, είναι πολλοί. Ανάμεσά τους ξεχωρίζω τον Κάφκα και τον Μπόρχες, κορυφαίους λογοτέχνες του περασμένου αιώνα. Το μεγαλύτερο μέρος του έργου τους ανήκει στη λογοτεχνία του φανταστικού, πράγμα που όχι μόνο δεν τους εμπόδισε να θεωρηθούν σπουδαίοι συγγραφείς, αλλά ακριβώς γι αυτό το λόγο ξεχώρισαν και αγαπήθηκαν από το παγκόσμιο αναγνωστικό κοινό.
Ας θυμηθούμε για παράδειγμα το διάσημο διήγημα του Κάφκα, τη «Μεταμόρφωση», όπου ο Γκρέγκορ Σάμσα ξυπνά ένα πρωί και βλέπει ότι έχει μεταμορφωθεί σε έντομο. Ή το επίσης διάσημο μυθιστόρημά του, τη «Δίκη», όπου ο Γιόζεφ Κ. παραπαίει σε ένα κόσμο ρευστό και συγκεχυμένο που δυναστεύεται από μια παράλογη νομοθεσία. Ας θυμηθούμε επίσης τις παράξενες καρικατούρες των ανθρώπων στον «Πύργο» και ειδικότερα τους ενοίκους του Πύργου που ζουν σ’ ένα ιδιότυπο, εντελώς εξωπραγματικό καθεστώς.
Ο άλλος μεγάλος μετρ του είδους είναι ο Μπόρχες. Τα περισσότερα διηγήματά του κινούνται στο χώρο του φανταστικού, σε ένα μυθώδη κόσμο, όπου η γνωστή μας πραγματικότητα αλλοιώνεται, όπως σε παραμορφωτικό καθρέφτη.
Στις «Γαλάζιες Τίγρεις» παραδείγματος χάριν, οι αριθμοί τρελαίνονται, τα μαθηματικά ακυρώνονται και πίσω από αυτά ο αναγνώστης υποψιάζεται ένα άλλο κόσμο που λειτουργεί με άλλους νόμους και άλλους κανόνες λογικής. Στο «Βιβλίο της Άμμου», το ομώνυμο βιβλίο καταρρίπτει την έννοια της λογικής αλληλουχίας και οδηγεί τον κάτοχό του στο άπειρο της αβύσσου. Ο ίδιος ο Μπόρχες έλεγε ότι θα ήθελε να διαβάσει ένα θεατρικό έργο όπου οι ήρωες στη μια πράξη θα πέθαιναν και στην επόμενη θα συνέχιζαν κανονικά τη ζωή τους.
Ποιος διανοείται σήμερα στην Ελλάδα να αμφισβητήσει τη λογοτεχνική αξία του Κάφκα και του Μπόρχες; Παρ’ όλα αυτά πιστεύω ότι αν ήταν Έλληνες, το έργο τους μάλλον θα παρέμενε στην αφάνεια.
Το ίδιο ισχύει και για πολλούς άλλους καταξιωμένους –στο εξωτερικό- συγγραφείς του φανταστικού. Ενδεικτικά αναφέρω τρεις πολύ γνωστούς: τον Πόε, τον Στήβενσον (Δόκτωρ Τζέκιλ και μίστερ Χάιντ) και τον Χάξλεϊ (Γενναίος, νέος κόσμος).
Ας μην ξεχνάμε επίσης τον Φάουστ του Γκαίτε.
Και, αν θέλετε να πάμε και πιο πίσω, ας θυμηθούμε και τους «Όρνιθες» του Αριστοφάνη.
Στη λογοτεχνία του φανταστικού αυτό που αλλάζει είναι απλώς το ντεκόρ, το περιτύλιγμα. Κέντρο της αφήγησης παραμένει πάντα ο άνθρωπος σε σχέση με αυτό που λέμε «κόσμος». Ο κόσμος μπορεί να έχει άλλη μορφή, όχι εκείνη που αναγνωρίζουμε ως οικεία, όμως η σχέση του ανθρώπου ως προς αυτόν είναι το ζητούμενο.
Είτε πρόκειται για αλληγορικές ιστορίες είτε για καθαρά φανταστικές, η βασική προϋπόθεση για να ξεκινήσει η αφήγηση είναι πάντα η ίδια: «Πώς θα ήταν, αν...;» Αποκεί και πέρα η ανθρώπινη φαντασία μπορεί να εξαπλωθεί προς όλες τις κατευθύνσεις και να μας δώσει εξαιρετικές ιστορίες που είναι πάντα προσηλωμένες στο γνωστό στόχο: ο άνθρωπος σε σχέση με τον περιβάλλοντα κόσμο, τα πάθη, οι αδυναμίες και οι ανασφάλειές του, τα όριά του αλλά και το μεγαλείο του, οι προσδοκίες του, οι αξίες και η ηθική του, τα συναισθήματα και οι προβληματισμοί του.
Είναι αλήθεια ότι η φανταστική λογοτεχνία βρίθει από αφηγήματα αφελή, παιδαριώδη και απλοϊκά που στόχο έχουν να εντυπωσιάσουν, να τρομάξουν και να αποβλακώσουν το αναγνωστικό κοινό τους.
Αυτά ακριβώς τα αναγνώσματα έχουν τόσο πολύ δυσφημίσει τη λογοτεχνία του φανταστικού που ο ανυποψίαστος αναγνώστης προτιμά να την αγνοήσει. Θα έλεγα μάλιστα ότι είναι προκατειλημμένος απέναντί της έχοντας στο μυαλό του διαστημόπλοια και μικρά πράσινα ανθρωπάκια που έρχονται από τον Άρη με σκοπό να καταλάβουν τον πλανήτη μας και να μας εξολοθρεύσουν.
Αλλά μήπως το ίδιο δεν συμβαίνει σε κάθε μορφή λογοτεχνίας; Πόσα από τη λαίλαπα των εκδιδόμενων σήμερα αφηγημάτων φέρουν ανάξια τον τίτλο του λογοτεχνικού κειμένου; Πόσες φορές δεν έχουμε εξαπατηθεί από ωραία εξώφυλλα και από ελκυστικούς τίτλους και έχουμε χάσει την ώρα μας διαβάζοντας λογοτεχνία άρλεκιν ή κοινότυπες , άνοστες ιστορίες;
Υπάρχει λοιπόν καλή και κακή λογοτεχνία παντός τύπου και το καλλιεργημένο κοινό πρέπει να μπορεί να διακρίνει τη διαφορά. Δεν εκστασιάζεται βλέποντας το «Solaris» του Ταρκόφσκι , ενώ παράλληλα δεν καταδέχεται να διαβάσει το ομώνυμο μυθιστόρημα του Στανισλάβ Λεμ. Δεν θαυμάζει το «2001, Οδύσσεια του Διαστήματος» του Κιούμπρικ, ενώ παράλληλα αγνοεί ποιος είναι ο Άρθουρ Κλαρκ.
Κυρίως δεν παγιδεύεται σε κλισέ.
Γνωρίζει τι είναι καλή και κακή λογοτεχνία, από όπου κι αν προέρχεται αυτή, και δεν οχυρώνεται πίσω από το ρεαλιστικό ανάγνωσμα, σαν να πρόκειται για ένα προστατευτικό, ορθόδοξο χώρο που προφυλάσσει από τις αιρέσεις.
υπεροχο !!!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΕυχαριστώ, Όστρια.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠολύ καλό Καίτη, τρελαίνομαι για τη λογοτεχνία του φανταστικού!
ΑπάντησηΔιαγραφήΤάκης
Γεια σου, Τάκη.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚι εγώ τρελαίνομαι για τη φανταστική λογοτεχνία.
Πολύ εύστοχη προσέγγιση, Καίτη, ως συνήθως.
ΑπάντησηΔιαγραφήChristianna,
ΑπάντησηΔιαγραφήσε ευχαριστώ.
Πολύ σωστές και ουσιώδεις οι απόψεις σου Καίτη για την αξία και τη συνεισφορά του φανταστικού στη λογοτεχνία.
ΑπάντησηΔιαγραφήΟ άνθρωπος βιώνει τον κόσμο, όχι με την απόλυτα υπαρξιακή υπόσταση της φύσης, αλλά με την υποκειμενική αντίληψη και συναίσθηση που ο καθένας διαμορφώνει μέσα του κι αυτή είναι η αρχή του φανταστικού!
Όσα συμβαίνουν στον χώρο της τέχνης έπονται!..
Γεια σου, Θόδωρε.
ΑπάντησηΔιαγραφήΟ αντικειμενικός κόσμος είναι κάτι που δεν θα μάθουμε ποτέ. Συμφωνώ μαζί σου, όσο κι αν θέλουμε να τον περιγράψουμε αντικειμενικά, πάλι στη φαντασία μας θα καταφύγουμε.
Πολύ ωραίο άρθρο, μπράβο!
ΑπάντησηΔιαγραφήΕυχαριστώ, Ανώνυμε.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤόσα ξέρεις, τόσα λες. Αν έκανες τον κόπο να μελετήσεις λίγο παραπάνω θα ήσουν πιο προσεκτική και δεν θα έγραφες ανυπόστατα πράγματα.
ΑπάντησηΔιαγραφή