Σελίδες

30/10/24

Όνειρο μέσα σε όνειρο

 





 

Κοιμάσαι τώρα


κι εγώ μπαίνω στο όνειρό σου,


διευθετώ τα πράγματα


κατά πώς πρέπει


και δες τι περιβάλλον σού ετοίμασα:


Ένα δέντρο χαμηλό,


όλο κλαδιά και φύλλα,


σε χώμα ριζωμένο μαλακό


για να ξαπλώσουμε,


όταν θα έχουμε μεθύσει.


Μια φύση απέραντη και σιωπηλή,


ένα τραπέζι, δυο καρέκλες.


Καθόμαστε αντικρυστά,


μιλάμε αργά


και κοιταζόμαστε στα μάτια.


Γεμίζεις τα ποτήρια,


πίνουμε,


ξαπλώνουμε ύστερα κάτω απ’ το δέντρο


ζαλισμένοι.


 

Ξέρω πως είναι όνειρο,


μου λες μες στο όνειρό σου.


Ναι, όνειρο είναι,


σου απαντώ,


κι όταν ξυπνήσεις,


θα είμαι χαραγμένη στο μυαλό σου.


Οι νύχτες σου είναι δικές μου.


Τις μέρες σου


σου τις χαρίζω.



 

29/10/24

Κατάθλιψη

 




Η κατάθλιψη μπορεί να οφείλεται σε χίλιους δυο άλλους λόγους, αλλά μπορεί να οφείλεται και στην υψηλή ευφυΐα.


Διότι ευρισκόμενος κανείς σε τέτοια ύψη είναι πιθανό να αντιληφθεί – πιθανό, όχι βέβαιο – ότι όλη αυτή η φασαρία επί Γης δεν έχει κανένα σκοπό και κανένα νόημα.

 

Το ίδιο παθαίνουν και πολλοί ηλικιωμένοι ασχέτως ευφυΐας, όταν καταλάβουν πως ό,τι έκαναν στη ζωή τους το έκαναν κάπως αυτόματα και μηχανικά, επειδή το έκαναν και οι άλλοι ή επειδή η ορμή της ζωής τούς είχε ζέψει στο άρμα της και δεν μπορούσαν κάνουν αλλιώς.

 

Τώρα που η ζωή άλλαξε τα άλογα στο άρμα της κι αυτοί  κάθονται άπρακτοι και ανήμποροι στις καρέκλες τους, αναρωτιούνται γιατί έκαναν όσα έκαναν και ποιος ήταν ο λόγος.

 

Η φιλοσοφία και η θρησκεία έχουν κάποιες απαντήσεις που ικανοποιούν τους περισσότερους.

 

Οι υπόλοιποι εξακολουθούν να αναρωτιούνται:

 

Για ποιο λόγο;



24/10/24

Είναι πάντα εδώ





Ωραία,


γύρω μου άνθρωποι.


γύρω μου η πόλη,


κρατώ μακριά


εκείνον που ονόμασα εχθρό.


Όμως εκείνος εισχωρεί


μέσα από σήραγγες αόρατες εντός μου.


Είμαι πάντα εδώ, μου λέει,


μικρό ατίθασο ζωάκι,


όταν θα έρθει η ώρα,


θα σε κάνω σκόνη.




23/10/24

Και τώρα τι;

 





Και τώρα τι;


Χωρίς οράματα


μπορώ να ζήσω;


Χωρίς ωραίες


φλεγόμενες εικόνες;


Πάλι σε τοπία παγωμένα


θα περιπλανηθώ;


Χρειάζομαι οπωσδήποτε


την ηρωίνη μου,


εσένα ή κάποιον άλλον


να σου μοιάζει.



22/10/24

Κλείνω τα μάτια μου

 

Κλείνω τα μάτια μου, αλλά δεν χάνεται αυτός ο κόσμος.

Κλείνει τα μάτια του ο κόσμος, αλλά δεν χάνομαι εγώ.

Κλείνει ο Θεός τα μάτια του, αλλά εγώ κι ο κόσμος δεν χανόμαστε.


Εδώ δηλαδή που βρεθήκαμε όλοι, πρέπει υποχρεωτικώς να συμβιώσουμε.



21/10/24

Το Μαρικάκι

 

Το Μαρικάκι ήρθε μαζί με τη μαμά του τη Βάσω την υπηρέτρια στο διπλανό σπίτι.

 

Πατέρας του ήταν κάποιος πλούσιος του χωριού που εγκατέλειψε τη Βάσω κι αυτή πήρε των ομματιών της, ήρθε στην πόλη κι έγινε υπηρέτρια.

 

Το Μαρικάκι, εξώγαμο δυο χρονών, ήταν ένα λουλούδι. Ποτέ δεν ακούστηκε το κλάμα του ή η γκρίνια του. Χαμογελούσε σε όλους και, όταν άρχισε να μιλάει, μας τρέλανε όλους με τη γλυκύτητά του.

 

Το Μαρικάκι ο Θεός το προόριζε να γίνει ένα όμορφο κορίτσι και να έχει μια καλή ζωή, αφού όλοι το αγαπούσαν.

 

Σαράντα χρόνια αργότερα έμαθα πως είχε γίνει  παραδουλεύτρα.


Αρνήθηκα να πάω να τη δω.


(Μικρές ιστορίες)






15/10/24

Η πρόταση

 




 

«Κάποτε θα βγω από εδώ μέσα.»

 

Αυτή η πρόταση τον κράτησε ζωντανό πέντε χρόνια. Χωρίς αυτήν θα είχε πεθάνει – το επιχείρησε δυο φορές, αλλά η πρόταση τον συγκράτησε.

 

Το ψυχιατρείο το γλίτωσε, γιατί η πρόταση, όταν είχε κέφια, μεγάλωνε πολύ, έπαιρνε μαζί της κι άλλες προτάσεις, γινόταν ολόκληρο βιβλίο. Τότε μπορούσε ακόμα και να χαμογελάσει.

 

Άλλες φορές πάλι η πρόταση εξαφανιζόταν κι αυτός ριχνόταν στα βάραθρα. Αλλά κράταγε λίγο αυτό. Γιατί εκεί, μέσα στη σκοτεινιά και το απόλυτο Τίποτα, αναδυόταν ξαφνικά σταθερή και ακλόνητη η πρόταση.

 

Δεν αναρωτήθηκε πότε θα συνέβαινε αυτό. Ήξερε όμως με σιγουριά ότι θα ερχόταν ο καιρός που θα έβγαινε από εκεί μέσα.

 

Σαράντα χρόνια αργότερα - ήταν ήδη μεγάλος, είχε βγει από κει μέσα στα είκοσι τρία χρόνια του, ήταν ενταγμένος ομαλά, ήταν επιτυχημένος στη δουλειά του, ήταν και κοινωνικός – εξομολογήθηκε σε έναν φίλο του ψυχολόγο πώς πέρασε εκείνα τα πέντε φοβερά χρόνια.

 

-Ήταν ένα είδος ψύχωσης, του εξήγησε ο ψυχολόγος.

-Ναι, μάλλον, απάντησε αυτός ανατριχιάζοντας με τη λέξη που μόλις άκουσε.

 

Δεν του είπε περισσότερα. Δεν του είπε ότι το γιατρικό του ήταν μια πρόταση που τον συνόδευε στην απελπισία του πέντε ολόκληρα χρόνια.


(Μικρές ιστορίες)



 

14/10/24

Τα ωραιότερα ποιήματα

 





Τα ωραιότερα ποιήματα


γράφτηκαν από τους στερημένους.


Τα διάβασαν οι στερημένοι αναγνώστες


και βούρκωσαν τα μάτια τους.



Οι στερημένοι ποιητές καθόλου.


Είναι χορτάτοι  από ψευδαισθήσεις.



13/10/24

Πράξιλλα, "Ύμνος στον Άδωνη", απ. 747 Page


 


 

 

Το πιο ωραίο που εγκαταλείπω


είναι το φως του ήλιου


κι ύστερα τα αστέρια που φεγγοβολούν


και της σελήνης η μορφή.


Μα και τα ωραία πεπόνια και τα μήλα


και τα αχλάδια.


 



κάλλιστον μν γ λείπω φάος ελίοιο,


δεύτερον στρα φαειν σεληναίης τε πρόσωπον


 δ κα ραίους σικύους κα μλα κα γχνας·



***


 Οι στίχοι προέρχονται από τον Ύμνο στον Άδωνη και είναι η απάντηση που έδωσε ο θνήσκων Άδωνις, όταν ρωτήθηκε για ποιο πράγμα από αυτά που άφηνε πίσω του λυπόταν πιο πολύ.

(Πηγή: Η Πύλη για την Eλληνική Γλώσσα).



12/10/24

Τα φυτά

 





 

Αυτά τα δυο φυτά είναι τώρα μαζί μερικά χρόνια.

 

Κάποιοι κάποτε μας τα χάρισαν με την ευκαιρία μιας γιορτής και βρέθηκαν στο σπίτι μας παρέα. Έμοιαζαν και μεταξύ τους, είχαν φύλλα πράσινα με μικρές κιτρινωπές κηλίδες, ίδια σχεδόν στο σχήμα και στο μέγεθος. Έτσι άθελά μας τα συνδέσαμε στο μυαλό μας, τα κάναμε κάτι σαν αδελφάκια και βάλαμε τις γλάστρες τους δίπλα-δίπλα.

 

Ασφαλώς θα συζητούν αυτά μεταξύ τους, σκεφτόμασταν, μολονότι εμείς δεν έχουμε  καμία ένδειξη. Μπορεί και να μας σχολιάζουν, αν και αγνοούμε αν το κάνουν με κακεντρέχεια ή με αδιαφορία. Πιθανόν να μας ανέχονται με δυσκολία, αλλά ούτε κι αυτό μπορούμε να το εξακριβώσουμε. Εν πάση περιπτώσει φαίνονται να έχουν τη δική τους προσωπική ζωή, στην οποία εμείς δεν μπορούμε να επέμβουμε.

 

Μαζί τα μεταφέρουμε, όταν χρειαστεί, από τη μια μετακόμιση στην άλλη. Όπου τα βάλουμε, στέκονται ήσυχα, δεν διαμαρτύρονται από καμιά ταλαιπωρία. Μόνο που σε κάθε μετακίνησή τους η φθορά προβάλλει με τη μορφή ενός μαραμένου καφέ φύλλου που κάθεται στην αρχή στον κορμό, το ίδιο φυσικά με τα υπόλοιπα πράσινα φύλλα, και κάποια στιγμή πέφτει αθόρυβα και ξαπλώνεται στο χώμα της γλάστρας.

 

Δεν μπορούμε να καταλάβουμε τι ακριβώς φταίει γι’ αυτό το αποκαρδιωτικό φαινόμενο, αν είναι οι συχνές μετακομίσεις μας ή οι απότομες εναλλαγές του ήλιου και της σκιάς ή γενικά το περιβάλλον, στο οποίο είναι υποχρεωμένα να διανύσουν τη ζωή τους. Όμως αυτά τα δυο φυτά δεν δείχνουν διάθεση να αναπτυχθούν. Χρόνια τώρα μένουν στην ίδια στασιμότητα, κάποιο φύλλο τους πέφτει και ένα άλλο παίρνει άκεφα τη θέση του και διαιωνίζεται έτσι μια μορφή χωρίς εξέλιξη.

 

Κάναμε φιλότιμες προσπάθειες στην αρχή να βοηθήσουμε την ανάπτυξή τους. Τα μεταφυτέψαμε σε δυο καινούργιες γλάστρες, πήλινες, γιατί είναι, όπως μας είπαν, πιο υγιεινές για τη φυτική ζωή. Για καιρό κυνηγούσαμε από δωμάτιο σε δωμάτιο την καλύτερη θέση, ευάερη και ευήλια, για να ζήσουν υπό τις ευνοϊκότερες δυνατές συνθήκες. Πήραμε διάφορα λιπάσματα και εμπλουτίσαμε το χώμα τους, αλλάξαμε εντέλει ολόκληρο το χώμα τους και βάλαμε άλλο, πιο θρεπτικό.

 

Δεν είχαμε κανένα αποτέλεσμα.

Μελαγχολικοί τα παρατηρούσαμε να παραμένουν στάσιμα, ατροφικά, ανόρεχτα, σαν παιδιά που μαραζώνουν από κρυφή αρρώστια.

 

Κάποτε ανακαλύψαμε έντρομοι ότι στο χώμα τους ζούσαν σκουλήκια. Αυτή είναι, είπαμε, η αιτία που τα φυτά μας δεν μπορούν να αναπτυχθούν και διαφεύγει όλη η ζωτικότητά τους. Πήραμε αμέσως τα σχετικά φάρμακα και εξοντώσαμε τα ανύποπτα σκουλήκια. Όμως τα δυο αυτά φυτά έμειναν αδιάφορα στη θεραπεία, λες και απαλλάξαμε από την ψείρα δυο ασκητές.

 

Τίποτα δεν άλλαξε στην καχεκτική ζωή τους και κάθε τόσο ένα φύλλο, διαμαρτυρόμενο ποιος ξέρει για τι πράγμα, γινόταν καφετί και αποκοβόταν από τον κορμό. Ένα άλλο έπαιρνε τη θέση του, λίγο πιο μικρό, λίγο πιο κακόκεφο.

 

Μόνο τότε καταλάβαμε το λάθος μας και βγήκαμε από την αυταπάτη. Καθόλου δεν ανατρέφαμε δυο όλο ζωή παιδιά που μας επιφύλασσαν τη χαρά της δημιουργίας. Είχαμε στο σπίτι μας δυο γέρους και τους γηροκομούσαμε.

 

Καλά είχαν βολευτεί με τις φροντίδες μας τα χούφταλα. Και στις μεταξύ τους συζητήσεις ποιος ξέρει τι λένε και χαχανίζουν εις βάρος μας.

 

Μετά απ’ αυτό βάλαμε τις δυο γλάστρες από τη μέσα μεριά της μπαλκονόπορτας και κάθε μέρα παρακολουθούμε τον αργό τους θάνατο.


(Μικρές ιστορίες)



 

10/10/24

Καλλιτεχνικές ψευδαισθήσεις: Φλόρενς Φόρεστ Τζέκινς

 




 

Η Φλόρενς Φόρεστ Τζέκινς υπήρξε μια πάμπλουτη Νεοϋορκέζα  του 20ού αιώνα που πίστευε ότι είχε μια καταπληκτική φωνή σοπράνο. Στην πραγματικότητα ήταν εντελώς φάλτσα.

 

Τούτου δοθέντος οργάνωνε μουσικές εκδηλώσεις στις δεκαετίες 1920, 1930, 1940, στις οποίες καλούσε ένα κύκλο πιστών θαυμαστών, καθώς και αρκετούς που είχαν να ωφεληθούν από τη γενναιοδωρία της.

 

Με ιδιαίτερη προσοχή κρατούσε μακριά τους σοβαρούς μουσικόφιλους καθώς και τους αντίστοιχους κριτικούς μεγάλων εφημερίδων.

 

Ανάμεσα στο κοινό της ωστόσο παρεισέφρεαν και πολλοί που ήθελαν να διασκεδάσουν. Η Τζέκινς έδειχνε να αγνοεί τα γέλια του κοινού, ενώ οι πιστοί της φίλοι προσπαθούσαν να τα καλύψουν με επευφημίες και χειροκροτήματα.

 

Υπήρξαν ωστόσο και ευνοϊκά άρθρα που δημοσιεύτηκαν σε ειδικές μουσικές εκδόσεις και τα οποία γράφτηκαν ή από τους φίλους της ή από την ίδια.

 

Είχε επίσης αναπτύξει φιλία με τον Παγκανίνι, ο οποίος μάλλον ωφελούνταν από τη γενναιοδωρία της.

 

Σε ηλικία 76 ετών η Τζέκινς υποχώρησε στη ζήτηση του κοινού και έκλεισε το Carnegie Hall για μια παράσταση γενικής εισόδου που πραγματοποιήθηκε στις 25 Οκτωβρίου 1944. Τα εισιτήρια για την εκδήλωση εξαντλήθηκαν εβδομάδες νωρίτερα. Η ζήτηση ήταν τέτοια που εκτιμάται ότι 2.000 άτομα απομακρύνθηκαν από την πόρτα του χώρου 2.800 θέσεων. Πολλές διασημότητες παρευρέθηκαν, συμπεριλαμβανομένων των Porter, Marge Champion , Gian Carlo Menotti , Kitty Carlisle και Lily Pons με τον σύζυγό της, Andre Kostelanetz , ο οποίος συνέθεσε ένα τραγούδι για το ρεσιτάλ.

Δεδομένου ότι η διανομή εισιτηρίων ήταν εκτός ελέγχου της Τζέκινς, για πρώτη φορά οι χλευαστές και οι επικριτές δεν μπορούσαν να κρατηθούν μακριά. Οι εφημερίδες του επόμενου πρωινού γέμισαν με καυστικές, σαρκαστικές κριτικές. Η New York Post έγραψε: «Η Lady Florence... επιδόθηκε χθες το βράδυ σε ένα από τα πιο περίεργα μαζικά αστεία που έχει δει ποτέ η Νέα Υόρκη».


Πέντε μέρες αργότερα η Τζέκινς υπέστη καρδιακή προσβολή και μετά από ένα μήνα πέθανε.

 

Η ταινία «Florence Foster Jenkins, φάλτσο σοπράνο» γυρίστηκε το 2016 από τον Stephen Frears. Πρωταγωνιστούν η Μέριλ Στριπ ως Φλόρενς Φόστερ Τζένκινς  και ο  Χιου Γκραντ που υποδύεται τον μάνατζερ και τον επί χρόνια σύντροφό της.

 

(Οι πληροφορίες από τη Βικιπαίδεια)

 

Η Φλόρενς Φόστερ Τζέκινς έζησε σε ένα υπέροχο κόσμο ψευδαίσθησης, όπως ζουν πολλοί που θεωρούν τον εαυτό τους καλλιτέχνη, ενώ δεν είναι, και υποστηρίζονται από ένα προστατευτικό περιβάλλον.

Δεν είναι η πρώτη ούτε και η τελευταία.



8/10/24

Πάμε

 

 


 

 

Πάμε κι όπου βγει.


 

Σε σιωπηλές ερήμους,


σε θάλασσες,


σε άγρια βουνά,


σε δάση,


μες σε σπηλιές ρακένδυτοι


να ονειρευόμαστε κινδύνους,


ποτάμια να διασχίσουμε,


να αιωρηθούμε


πάνω από γκρεμούς,


βρεγμένοι ως το κόκαλο


απ’ τη βροχή,


πίνοντας,


μονολογώντας,


καπνίζοντας ατέλειωτα τσιγάρα,


φωνάζοντας τον έρωτά μας


ολομόναχοι


μέσα σε ερείπια αρχαίων ναών,


 

πάμε.


 

Ώσπου κι η τελευταία σταγόνα


από τους χυμούς μας να στεγνώσει


κι ύστερα κουρασμένοι


να γυρίσουμε στις πόλεις,


να χαθούμε


ανάμεσα σε ξένους


και να ξεχαστούμε.


Να είναι ο  ύπνος μας


ένας χωρίς όνειρα


λήθαργος βαθύς.


 

Πάμε,


σου λέω,


πάμε κι όπου βγει.


Εδώ με καίει ένας ήλιος κατακόρυφος


και με πεθαίνει.


 

Πάμε. 


                           

5/10/24

Επεισόδια στη Νομική

 







 

Πίναμε καφέ στο Πικαντίλι, στην Πανεπιστημίου. Αυτή ακατάσχετα φλύαρη και υπερηφάνως αριστερή. Εγώ με αόριστες πολιτικές ιδέες, πιο πολύ με ενδιέφερε η ζωή, το νόημά της, τέτοια. Φοιτήτριες. 


Λίγο πιο πάνω, στη Νομική, είχαν αρχίσει τα επεισόδια, αλλά ακόμα δεν το είχαμε πάρει είδηση. Έλεγε αυτή τα δικά της, την άκουγα υπομονετικά, πίναμε τον καφέ μας, καπνίζαμε.

 

Ξαφνικά ακούστηκαν κρότοι, μια φασαρία, κάτι γινόταν στη Νομική.

 

Σταμάτησε τη φλυαρία και τέντωσε τα αφτιά της.

 

-Πάμε να φύγουμε, είπε μετά πανικόβλητη και σηκώθηκε.

 

Στο πεζοδρόμιο της Πανεπιστημίου χωρίσαμε, τράβηξε η καθεμιά για το σπίτι της.

 

Στα χρόνια που ακολούθησαν εγώ συνέχιζα  να ψάχνω το νόημα της ζωής. Εκείνη έγινε φανατική αριστερή. Στα λόγια εννοείται. Είχε κι αυτή την ακατάσχετη φλυαρία.

 

Τη βαρέθηκα.


(Μικρές ιστορίες)