Σελίδες

19/3/24

20. Με τον μπαμπά ("Ένα παιδί μεγαλώνει στα Ταμπακαριά)

 

 



 

 

Περνάω πολύ ωραία με τον μπαμπά, όταν είμαστε οι δυο μας. Η μαμά φεύγει μερικές φορές και πάει στα ιαματικά λουτρά κι εγώ μένω με τον μπαμπά στο σπίτι. Πάμε έξω και τρώμε στο εστιατόριο «Νάιλον» κι εγώ παραγγέλνω ό,τι φαγητό μου αρέσει, ενώ στο σπίτι πρέπει να φάω το φαγητό που έχει μαγειρέψει η μαμά, μ’ αρέσει δεν μ’ αρέσει.

 

Εγώ, ας πούμε,  το κοτόπουλο το αηδιάζω, μπορεί και να ξεράσω, αλλά η μαμά με βάζει να το φάω με το ζόρι. Και την κολοκύθα που εκείνης της αρέσει πολύ, εγώ τη σιχαίνομαι, αλλά αν δεν τη φάω, μένω νηστική. Ούτε και το γάλα μ’ αρέσει, αλλά ευτυχώς η μαμά δεν επιμένει, μου φτιάχνει τσάι το πρωί και ρίχνει μέσα και μια κουταλιά φρέσκο βούτυρο. Και όταν φτιάχνει ταχινόσουπα, πάλι θέλω να ξεράσω, αλλά την τρώω, δεν γίνεται αλλιώς, η μαμά αγριεύει, άμα δεν θέλω να φάω το φαΐ που φτιάχνει.

 

Με τον μπαμπά είναι πιο πονηρή όμως. Ο μπαμπάς δεν θέλει καθόλου τα κατεψυγμένα ψάρια και, όταν τα πρωτοέφεραν στην πόλη μας και τα δοκίμασε, είπε πως είναι εντελώς άνοστα. Η μαμά όμως αγοράζει κατεψυγμένο ψάρι, επειδή είναι πιο φτηνό, και δεν του το λέει. Και όταν ο μπαμπάς το φάει,  τον ρωτά: «Σου άρεσε το ψάρι;» «Καλό ήταν», λέει ο μπαμπάς κι αυτή σκάει στα γέλια και του λέει «Κατεψυγμένο ήταν!» κι ο μπαμπάς μουτρώνει.

 

Όταν όμως είμαστε ο μπαμπάς κι εγώ μόνοι μας  είναι πολύ ωραία, ο μπαμπάς δεν μου χαλά χατίρι, πάμε στο εστιατόριο και τρώμε ό,τι θέλουμε και μου δίνει να πιω και μπίρα που μου αρέσει πολύ. Μετά μου λέει διάφορα, όπως ότι εμείς οι Έλληνες έχουμε μικρά ονόματα και μεγάλα επίθετα, ενώ οι ξένοι τα έχουν αντίθετα, όπως ας πούμε Γκρέγκορι Πεκ, Μοντγκόμερι Κλιφτ, Τζέιμς Ντιν και πως taylor στα αγγλικά σημαίνει ράφτης και η Ελίζαμπεθ Ταίηλορ θα λεγόταν στα ελληνικά Ελισάβετ Ράπτη. Μετά αρχίζει να μου λέει αρχαίες λέξεις, το νερό το λένε στα αρχαία «ύδωρ» και στη γενική δεν κάνει «ύδωρος» αλλά «ύδατος», ο άνδρας λέγεται «ανήρ» και στη γενική κάνει «ανδρός» και όχι «ανέρος», μου λέει πολλές τέτοιες δύσκολες λέξεις που θα τις μάθω, όταν θα πάω στο γυμνάσιο κι εγώ σκέφτομαι ότι όλα αυτά είναι δύσκολα πράγματα και πώς θα τα μάθω. Μετά κάνουμε βόλτα στην πόλη κι εγώ χαίρομαι πολύ που είμαι με τον μπαμπά μου και δεν αναζητώ καθόλου τη μαμά, μακάρι να έφευγε πιο συχνά από το σπίτι και να ήμασταν μόνο  οι δυο μας, ο μπαμπάς μου κι εγώ. Ο μπαμπάς δεν με μαλώνει ποτέ. Μόνο συμβουλές μού δίνει.

 

Ο μπαμπάς, αντίθετα από τη μαμά, ποτέ δεν θυμώνει, είναι πάντα ήρεμος και ευγενικός και η λέξη «τενεκές» είναι η μόνη άσχημη λέξη που λέει. Όταν κάποιος είναι κακός άνθρωπος, λέει «αυτός είναι τενεκές» και το λέει ήρεμα και χωρίς θυμό.  


Μερικές φορές, όταν γυρίζει από το γραφείο, μου φέρνει μια σοκολάτα και μια μέρα μού χάρισε δυο όμορφα δαχτυλιδάκια.

 

(Συνεχίζεται)

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου