Αν υπάρχει κάτι
δαιμονικό μέσα μας, κάτι πολύ δαιμονικό, χειρότερο από τη βία, τους πολέμους,
τους φόνους και τα παρόμοια, αυτό είναι το γέλιο.
Οι σοφοί προσπαθώντας
να το εξηγήσουν μάς λένε ότι είναι η γενναία στάση του ανθρώπου μπροστά στο
τραγικό, ο μεγαλόπρεπος τρόπος του να το αντιμετωπίσει αναποδογυρίζοντας την
τραγωδία και μεταβάλλοντάς την σε κωμωδία.
Δυσκολεύομαι να το
πιστέψω. Πόση γενναιοφροσύνη πχ κρύβει το αυθόρμητο γέλιο μας, όταν βλέπουμε
έναν φουκαρά να γλιστρά και να πέφτει στο πεζοδρόμιο; Ή όταν δένουμε ένα
τενεκεδάκι στην ουρά της γάτας και σκάμε στα γέλια παρακολουθώντας την πώς
χοροπηδά για να το ξεφορτωθεί; Ή όταν κάποιος τραυλίζει και μπερδεύει τα λόγια
του από αμηχανία; Ή όταν κάποιος γράφει ανορθόγραφα;
Θέλετε κι άλλα
παραδείγματα; Δεν έχετε παρά να θυμηθείτε τις πολύ επιτυχημένες κωμωδίες του
ελληνικού ασπρόμαυρου κινηματογράφου:
Δελησταύρου και υιός.
Η μοναξιά ενός χήρου
μεσόκοπου που μεγάλωσε με αγάπη το γιο του και τώρα ψάχνει για σύντροφο, αλλά
συνεχώς απογοητεύεται. Η μοναξιά και η αποτυχία ως πηγή γέλιου.
Καλώς ήρθε το δολάριο.
Οι οικονομικές
δυσκολίες ενός υπαλλήλου που προσπαθεί να κρατήσει όρθιο το σπίτι του, ενώ τα
αδέλφια του αδιαφορούν. Αναγκάζεται να ξεπέσει στην Τρούμπα σε κάποιο ύποπτο
καμπαρέ ως δάσκαλος αγγλικών σε γυναίκες ελαφρών ηθών για να μη βρεθούν όλοι
στον δρόμο. Η φτώχια, η αδιαφορία των συγγενών και ο εξευτελισμός ενός
αξιοπρεπούς ανθρώπου.
Ο μπακαλόγατος (Της
κακομοίρας).
Ένας νεαρός από χωριό,
πάμφτωχος και κακοφτιαγμένος, δουλεύει παραγιός σε ένα μπακάλικο και λέει
ανοησίες προσπαθώντας να διατηρήσει μια στοιχειώδη αξιοπρέπεια που κανείς δεν
του αναγνωρίζει.
Τα κίτρινα γάντια.
Ο τύραννος που ζηλεύει
παθολογικά τη γυναίκα του και της έχει κάνει μαρτύριο τη ζωή. Παρενθετικά: ο
βλάκας του χωριού, ένας άνθρωπος που όλοι τον περιφρονούν και τον περιγελούν. Η
ζήλεια (που οδηγεί συχνά σε κακοποίηση και φόνο) και η διανοητική καθυστέρηση
κάποιου δυστυχισμένου μάς κάνουν να γελάμε ασταμάτητα.
1.Υπάρχει και
φιλότιμο. 2. Ζητείται ψεύτης.
Η φαυλότητα της
πολιτικής, οι διεφθαρμένοι παρατρεχάμενοι, ο λαός στο περιθώριο. Μια κοινωνία
σάπια. Πολύ γέλιο.
Ο Ηλίας του 16ου.
Τρεις άθλιοι των
Αθηνών που καταφεύγουν στην κλοπή και ο τρόμος του ενός που υποδύεται τον
αστυφύλακα. Τρόμος που προκαλεί αυθόρμητο, τρανταχτό γέλιο.
1.Θα σε κάνω
βασίλισσα. 2.Ένα βότσαλο στη λίμνη.
Η όμορφη, νέα γυναίκα
που μαραζώνει στα χέρια ενός τσιγγούνη συζύγου. Μια βουβή δυστυχία που έχουν
δοκιμάσει πολλές γυναίκες. Άφθονο γέλιο.
Φωνάζει ο κλέφτης.
Ο τίμιος λογιστής που
μένει άνεργος, καθώς τα αφεντικά του κάνουν διάφορες λοβιτούρες κι από πάνω τον
απειλούν. Ένας ηθικός άνθρωπος γίνεται
παίγνιο και περίγελως καταχραστών. Ο κακομοίρης, πόσο γέλιο προκαλεί!
Η χαρτοπαίχτρα.
Το πάθος του τζόγου
που διαλύει οικογένειες και που μερικές φορές τις οδηγεί στον δρόμο. Ο τζόγος
ως βασικό θέμα για να γελάσουμε με την καρδιά μας.
Μακρυκωσταίοι και
Κοντογιώργηδες.
Φιλήσυχοι πολίτες που
τρέμουν, γιατί νομίζουν ότι θα τους σκοτώσουν. Οι απελπισμένες τους προσπάθειες
να αποφύγουν το μοιραίο μάς κάνουν να σκάμε στα γέλια.
Σάτιρα, θα πείτε, και
μάλιστα πολύ επιτυχημένη.
Ναι, αλλά τι άλλο είναι
η σάτιρα από το ανεστραμμένο είδωλο της κακότητας και της διαφθοράς που
βασιλεύει στην κοινωνία; Το θέμα αυτών των ταινιών – και όλων των κωμωδιών
γενικά – μπορεί να μας δώσει και πολύ δραματικές ταινίες, γιατί πραγματεύονται
την ανθρώπινη δυστυχία σε όλες τις μορφές της.
Πώς είναι δυνατό να
γελάμε με ανθρώπους που πέφτουν και τσακίζονται, φοβούνται και τρέμουν,
τραυλίζουν, τρέχουν τρομαγμένοι να ξεφύγουν από τον κίνδυνο, φέρονται σαν
βλάκες και λένε ανοησίες, αποτυχαίνουν
συνέχεια σ’ αυτό που ονειρεύονται να πετύχουν, κάνουν γκριμάτσες αμηχανίας,
ανησυχίας, ανασφάλειας, είναι παραμορφωμένοι, πολύ κοντοί, ας πούμε, ή πολύ
χοντροί, είναι πεινασμένοι και
μηχανεύονται τρόπους να αρπάξουν ένα ξεροκόμματο, πεθαίνουν και πάνω από
το φέρετρό τους γίνονται διάφορα,
προκαλούν καταστροφές από αδεξιότητα - αμέτρητες είναι οι περιπτώσεις δυστυχίας
που μπορούν να προκαλέσουν γέλια μέχρι δακρύων.
Ο κόσμος ίσως είναι
ένα συμπαντικό αστείο, είχε πει ο Μπόρχες.
Ο κόσμος είναι
οπωσδήποτε ένα συμπαντικό αστείο. Ή καλύτερα ένα αστείο μεταξύ κάποιων που μας
βλέπουν και δεν τους βλέπουμε.
Το θέμα είναι τι λογής
όντα είναι αυτά που γελούν με την εικόνα του κόσμου μας. Και πώς
αντιλαμβάνονται το χιούμορ.
Τελικά, δεν είναι τόσο
δύσκολο να το μαντέψουμε, αφού κι εμείς γελάμε. Έχουμε δηλαδή κάτι όμοιο μ’
αυτούς.
Δεν ξέρω αυτοί αν
έχουν λογική, την ώρα που ξεκαρδίζονται στα γέλια παρακολουθώντας μας, εμείς
πάντως, όταν γελάμε, έχουμε χάσει τελείως τα λογικά μας.
Υποθέτω μάλιστα, ότι,
όταν γελάμε εμείς, αυτοί θα γελάνε ακόμα περισσότερο βλέποντάς μας.
Και το πιο παράλογο
είναι ότι, αν και το ξέρουμε, αν και το καταλαβαίνουμε πολύ καλά, συνεχίζουμε
να γελάμε.
Προσωπικά γελάω πολύ.
Μου είναι αδύνατο να μη γελάσω, όταν βρω κάτι αστείο:
Κάποτε ο θεατρικός συγγραφέας Μπέρναρντ Σω, έστειλε μια
πρόσκληση στον Τσώρτσιλ για την πρεμιέρα του καινούργιου έργου του. Όμως αυτός
την επέστρεψε με ένα σημείωμα: «Ευχαριστώ για την πρόσκληση, αλλά λόγω φόρτου
εργασίας, αδυνατώ να παραβρεθώ, όμως θα έλθω την άλλη εβδομάδα, εάν φυσικά το
έργο σας εξακολουθεί να παίζεται». Ο συγγραφέας τού έστειλε δυο προσκλήσεις για
την επόμενη εβδομάδα με το εξής σημείωμα: «Σας στέλνω δυο προσκλήσεις, φέρτε
μαζί και έναν φίλο σας, εφόσον φυσικά σας έχει μείνει κανένας».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου