Σελίδες

23/6/21

Μπούλινγκ; Τι είναι αυτό;

 

 



 

 

«Πατάτα» με έλεγαν στο Δημοτικό μερικά παιδιά, επειδή ήμουν χοντρούλα.

 

Δεν μου άρεσε βέβαια να το ακούω αυτό, αλλά δεν ένιωθα καθόλου πληγωμένη. Διότι ήμουν πατάτα. Αφού ήμουν πατάτα, καλά να πάθω. Ας μην ήμουν.

 

Δεν το πολυέλεγαν βέβαια, γιατί έβλεπαν ότι δεν με ένοιαζε. Δεν τους ερέθιζα δηλαδή. Ήμουν και ζωηρή, ήμουν προπέτα, έπαιζα μετά μανίας στα διαλείμματα και στην τάξη ζωηρούλα ήμουν, αν και διάβαζα τα μαθήματά μου, με λίγα λόγια ήμουν μια πατάτα αξιοπρεπής.

 

Εξάλλου και άλλα παιδιά είχαν παρατσούκλια και κανένα δεν είδα ποτέ να στενοχωριέται γι’ αυτό. Όπως περίπου στον υπόκοσμο που όλοι κυκλοφορούν με ένα παρατσούκλι που το αποδέχεται ο κατονομαζόμενος και δεν τρέχει τίποτα.

 

Σκληρά παιδιά ήμασταν και αντέχαμε πολλά και τίποτα δεν μπορούσε να μας πληγώσει.

 

Το μπούλινγκ τότε ήταν προνόμιο των μεγάλων. Αυτοί μάς τρόμαζαν ως δάσκαλοι στο σχολείο που έδερναν και χαστούκιζαν και τράβαγαν τα αφτιά μας, όποτε κάναμε καμιά αταξία.

 

Μας σήκωναν όρθιους να στεκόμαστε στον τοίχο την ώρα του μαθήματος ως δαχτυλοδειχτούμενοι ταραξίες. Καθόλου δεν μας ένοιαζε. Μια φορά με σήκωσε κι εμένα η δασκάλα μας, η κυρία Ελευθερία, κι εγώ, αντί να νιώσω στιγματισμένη, το’ ριξα στην πλάκα. Πήγαινα πάνω κάτω με μικρά βηματάκια και κάθε φορά που με κοίταζε εκείνη, εγώ βρισκόμουν σε άλλο σημείο του τοίχου. Ήταν καλός άνθρωπος η κυρία Ελευθερία. Με κοίταζε άγρια, αλλά δεν με μάλωσε. Κι εγώ συνέχιζα την πλάκα μου.

 

Αλλά ο εκφοβισμός τότε προερχόταν από τους μεγάλους. Οι δάσκαλοι και οι γονείς έδερναν και απειλούσαν. Για το καλό μας. Δεν τους κατηγορώ. Έτσι καταλάβαιναν τότε τον κόσμο, έτσι νόμιζαν ότι μας έδιναν τη σωστή αγωγή. Άνθρωποι άγνωστοι στον δρόμο μπορούσαν να μας επιπλήξουν πολύ αυστηρά, αν έβλεπαν ότι ήμασταν άταχτοι.

 

Εγώ ήμουν άταχτη. Γυρνώντας μια μέρα από το σχολείο βρήκα πως ήταν αστείο να ρίχνω κάτω την τσάντα μου και να την μαζεύω μετά. Κάθε δυο τρία βήματα έκανα αυτή τη δουλειά. Ένας μεσόκοπος άντρας που με είδε μού έβαλε τις φωνές. Μάζεψα έντρομη την τσάντα μου από κάτω κι έφυγα τρέχοντας για το σπίτι.

 

Στο σπίτι είπα στη μητέρα μου το πάθημά μου. «Βεβαίως» είπε αυτή που βρήκε ιδανική την ευκαιρία για να με συνετίσει, «τον έχουμε βάλει αυτόν τον άνθρωπο να σε παρακολουθεί και να μας λέει τι κάνεις».

 

Ναι, αυτό ήταν μπούλινγκ. Για πολύ καιρό είχα την ανησυχία ότι κάπου καιροφυλακτούσε αυτός ο αντιπαθητικός άνθρωπος και με παρακολουθούσε, αν ήμουν φρόνιμη.

 

Σκληρά παιδιά ωστόσο, αντέχαμε, κανένα απωθημένο δεν μας έμεινε.

 

Υπήρχαν όμως και οι εξαιρέσεις. Ένα δυο κορίτσια ήσυχα, απομονωμένα που δεν έπαιρναν τα γράμματα. Σ’ αυτά εμείς τα άλλα κορίτσια φερόμασταν με υπεροψία. Είναι βέβαιο ότι τα πληγώναμε. Το κάναμε εντελώς ζωικά – ήμασταν εξάλλου κι εμείς μικρά, σκληρά ζώα.

 

Κλείνω παραθέτοντας τα λόγια του Μπέρτραντ Ράσελ:

 

Είδα μια μέρα ένα παιδί στο σχολείο να κακομεταχειρίζεται ένα μικρότερο αγόρι. Αγανάκτησα, αλλά μου απάντησε: «Οι μεγαλύτεροι με χτυπούν και εγώ χτυπώ τους μικρότερους. Είναι δίκαιο». Με αυτά τα λόγια συνόψισε την ιστορία του ανθρώπινου είδους.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου