Η
ευγένεια απαιτεί, όταν κάποιος σε χαιρετά στον δρόμο, να τον αντιχαιρετάς. Αν
περνάς από δίπλα του βουβός και ανέκφραστος, ενώ εκείνος σού έχει απευθύνει τον
χαιρετισμό του, είσαι ένα αγενέστατο τομάρι.
Στο
φέις μπουκ συμβαίνει κάτι ανάλογο, όταν δημοσιεύουμε κάτι. Εδώ, αντί
χαιρετισμού έχουμε το λάικ. Βέβαια το λάικ δεν είναι μόνο χαιρετισμός. Συχνά
είναι κάτι περισσότερο: «μου αρέσει αυτό που δημοσίευσες».
Αν
θέλουμε να το αντιστοιχήσουμε αυτό με την πραγματική ζωή, είναι σαν να μας λέει
ο φίλος που συναντούμε στον δρόμο: «Καλημέρα, ωραίο είναι αυτό το φόρεμα που
φοράς, σου πάει πολύ» ή κάτι ανάλογο τέλος πάντων που λένε οι άντρες μεταξύ
τους.
Τώρα
εσύ τι θα κάνεις;
Θα
ρίξεις μια ματιά στον φίλο που σου απηύθυνε τον λόγο και θα τον προσπεράσεις
μουγκός; Ή θα κοντοσταθείς για να τον αντιχαιρετήσεις;
Βέβαια,
αν αισθάνεσαι βεντέτα, μπορείς απλώς να κουνήσεις με συγκατάβαση το κεφάλι και
να συνεχίσεις τον δρόμο σου. Ο φίλος πάλι, ανάλογα, ή θα αποδεχθεί τη μοίρα του
κατώτερου που του πρέπει μόνο ένα κούνημα του κεφαλιού ή θα τσαντιστεί και δεν
θα σε ξαναχαιρετήσει ποτέ του.
Τι
γίνεται όμως, αν βγαίνοντας από το σπίτι σου, πέσεις πάνω σε εκατό φίλους
συγχρόνως που θέλουν να σε χαιρετήσουν και να σου πουν δυο κουβέντες;
Στην
πραγματική ζωή αυτό είναι δύσκολο να συμβεί, στην ηλεκτρονική ζωή όμως του φέις
μπουκ μπορεί να συμβεί πολύ εύκολα.
Έχεις
καθίσει στο γραφείο σου και έχεις γράψει ένα κείμενο που σου πήρε κάποια ώρα ή και πολλές ώρες για να
το γράψεις, αυτό εξαρτάται από το θέμα που έχεις επιλέξει. Αν είναι κάποιο θέμα
πχ ιστορικό, έχεις ανοίξει βιβλία, έχεις σερφάρει στο διαδίκτυο, έχεις βγάλει
τα μάτια σου να καταλάβεις τι λένε τα αλλόγλωσσα σάιτ, έχεις κρατήσει
σημειώσεις, μετά πρέπει να τις βάλεις στη σειρά, κάποιες πληροφορίες θα τις
απορρίψεις, κάποιες άλλες θα σου φανούν ελλιπείς και θα ανατρέξεις πάλι στις
πηγές σου, θα πρέπει να βρεις τις ανάλογες φωτογραφίες για να συνοδεύσουν το
κείμενό σου και αυτό θα σου πάρει ώρα, γιατί πρέπει να ανταποκρίνονται
επακριβώς στο θέμα σου και πρέπει και να είσαι σίγουρη ότι δεν θα ανεβάσεις
καμιά πλαστή ή άσχετη. Έπειτα θα αρχίσεις να γράφεις το κείμενο, να βάλεις τον
προσωπικό σου τόνο, να συνδέσεις με τον δικό σου τρόπο τις πληροφορίες που
έχεις συλλέξει, να μην αφήσεις κενά, να μην κάνεις παλινωδίες, να μην
αντιφάσκεις, να είσαι σαφής, να καλύπτεις το θέμα σου από όλες τις πλευρές,
ώστε να μη δημιουργούνται απορίες στον αναγνώστη.
Όταν
τελειώσεις, θα πρέπει να αφήσεις το κείμενό σου να «κρυώσει», δηλαδή να μην το
κοιτάξεις για μια-δυο μέρες τουλάχιστον, ώστε, όταν το ξαναδείς, να έχει
μεσολαβήσει μια χρονική απόσταση ασφαλείας. Έτσι θα εντοπίσεις τυχόν αβλεψίες
σου και θα τις διορθώσεις.
Όλα
αυτά απαιτούν χρόνο και συγκέντρωση, αλλά γίνονται με ευχαρίστηση, επειδή αυτό
που κάνεις σού αρέσει.
Τελικά
ανεβάζεις το κείμενο στο μπλογκ σου και δίνεις το λινκ στο φέις μπουκ.
Είναι
σαν να βγαίνεις από το σπίτι σου φορώντας το καινούργιο σου φουστάνι και
ανυπομονείς να σε δουν οι φίλοι σου και να σε προσέξουν.
Και
- τι ωραία! – οι φίλοι διαβάζουν το κείμενο και τους αρέσει. Κάνουν λάικ,
γράφουν σχόλια, άξιος λοιπόν ο κόπος σου, το καινούργιο σου φουστάνι αρέσει.
Κι
εσύ τώρα τι θα κάνεις; Θα περιφέρεσαι σαν το παγώνι με το πλουμιστό σου φόρεμα
και θα εισπράττεις λάικ; Δεν οφείλεις να αντιχαιρετήσεις κι εσύ τους φίλους που
σε χαιρέτησαν;
Ναι,
αλλά άμα είναι εκατό και παραπάνω, πώς να τους προλάβεις όλους; Αν αυτό σου
συμβεί στο δρόμο, να πέσουν πάνω σου εκατό φίλοι για να σου πουν καλημέρα, όλο
και κάποιος θα σου ξεφύγει.
Από
την άλλη, όταν πρέπει να χαιρετήσεις στο φέις μπουκ εκατό φίλους, θα χάσεις
πολύ χρόνο και αυτός ο χρόνος σού είναι πολύτιμος, γιατί συνωστίζονται τα
θέματα στο κεφάλι σου κι εσένα η δουλειά σου είναι να γράφεις, όχι να χαιρετάς.
Θες δε θες καταντάς λίγο γαϊδούρα.
Και
κάθε μήνα χάνεις δυο ολόκληρες μέρες να συγκεντρώνεις τα ονόματα των φίλων που
σου έκαναν λάικ στα τελευταία σου κείμενα και να πηγαίνεις μετά στον τοίχο τους
να τους λες ένα γεια τουλάχιστον, δηλαδή να βάζεις ένα λάικ.
Λοιπόν
σήμερα έκανα πάλι αυτή τη δουλειά. Κάθισα και σημείωσα σε ένα πρόχειρο χαρτί τα
ονόματα των φίλων που με χαιρέτησαν με λάικ ή έκαναν και σχόλια στα κείμενά μου
τον τελευταίο μήνα. Και τις επόμενες δύο μέρες θα πρέπει να βάλω στην άκρη τις
συγγραφές μου και να τρέχω από τοίχο σε τοίχο για να αντιχαιρετώ.
Το
πρόβλημα είναι ότι στο timeline δεν
εμφανίζονται όλοι οι φίλοι. Όσους βλέπω εκεί, τους χαιρετώ, όμως οι
περισσότεροι μένουν αόρατοι, διότι έτσι θέλει το φέις μπουκ και πρέπει εγώ να
τους ψάξω.
Τρεις
μέρες για να βρεις και να χαιρετήσεις τους φίλους σου. Αλλά αυτά αρέσουν στους
δημοσιοσχεσίτες, στους πολιτικούς, σε όσους κάνουν κουμπαριές για να μαζεύουν
ψήφους.
Ναι,
αλλά πάλι η ευγένεια λέει...
Η
μητέρα μου έλεγε μια παροιμιώδη φράση για τέτοιες περιπτώσεις: «Ντράπου τον
έναν, ντράπου τον άλλον, δεν έκανα τελικά παιδί με τον άντρα μου».
Αγαπητοί
μου φίλοι, σας ευχαριστώ για τα λάικ και τα σχόλιά σας. Χωρίς εσάς τα κείμενά
μου δεν θα είχαν σημασία, γιατί κανείς γράφει για να τον διαβάζουν. Συγχωρέστε
μου όμως την αδυναμία να ανταποκρίνομαι πάντα στον χαιρετισμό σας. Δεν είναι
εύκολο. Πρέπει να κάνω κι εγώ τα «παιδιά» μου, πρέπει να γράφω τα κείμενά μου.
Κάτι
ακόμα:
Ξέρω
ότι πολλοί από σας με διαβάζετε εντελώς αόρατοι. Δεν αφήνετε τα ίχνη σας στο
φέις μπουκ, όμως στο μπλογκ μου βλέπω πόσοι μπαίνουν και είναι πολύ
περισσότεροι από αυτούς που μου αφήνουν τον χαιρετισμό τους. Σας ευχαριστώ και
σας, αόρατοι φίλοι. Δεν ξέρω ποιοι είστε, ξέρω όμως ότι με διαβάζετε.
Και κάτι ακόμα:
Όταν δω μια ενδιαφέρουσα ανάρτηση, βάζω το λάικ μου κι ας μη με έχει χαιρετήσει ποτέ
αυτός ο φίλος του φέις μπουκ. Διότι, είπαμε, δεν κάνουμε εδώ κουμπαριές για να
μαζεύουμε ψήφους. Μια ωραία ανάρτηση αξίζει να την υποστηρίξουμε.
Μιά χαρά το ανάλυσες το θέμα Καίτη!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΜε ειλικρίνεια τουλάχιστον, Αντώνη.
ΑπάντησηΔιαγραφήπολύ καλό !!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΕυχαριστώ.
ΑπάντησηΔιαγραφή