Σελίδες

6/9/15

Κόκκινοι Χμερ: Ουτοπία και Πραγματικότητα







Να μια ιδανική κοινωνία, όπως τη φαντάστηκαν και την υλοποίησαν κάποιοι ιδεολόγοι με αγνές (ας το δεχτούμε αυτό) προθέσεις:

Όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι.
Σε γυναίκες και άνδρες οφείλεται ο ίδιος σεβασμός.
Η χώρα στηρίζεται στις δικές της οικονομικές δυνάμεις και δεν εισάγει τίποτα. Έχει απόλυτη αυτάρκεια.
Το νόμισμα καταργείται. Καταργούνται οι Τράπεζες και επιβάλλεται το ανταλλακτικό εμπόριο.
Όλοι εργάζονται, η ανεργία είναι 0%. 
Η κοινωνία αποτελείται από εργάτες, αγρότες και άλλους εργαζόμενους.
Όλοι οι εργάτες και οι αγρότες είναι κύριοι των εργοστασίων και των αγρών τους.
Η χώρα είναι ελεύθερη από την ξένη οικονομική κυριαρχία.
Βασικές αρχές της είναι η ανεξαρτησία, η ειρήνη και η ουδετερότητα.
Το δικαστικό σύστημα συνίσταται από τα λαϊκά δικαστήρια.
Το νομοθετικό σώμα αποτελείται από 250 μέλη που προέρχονται από αγρότες, εργάτες και άλλους εργαζόμενους καθώς και από στρατιωτικούς.
Η γλώσσα αναδιαμορφώνεται για να εκφράσει τη νέα πραγματικότητα. Καταργούνται οι παραδοσιακοί χαιρετισμοί και επιτρέπεται μόνο η επίκληση: «φίλε» ή «σύντροφε». Επίσης οι γονείς δεν αποκαλούνται πλέον «μαμά και μπαμπάς» αλλά «θεία και θείος», όπως αποκαλούνται όλοι οι μεγαλύτεροι. Το «εγώ» απαγορεύεται και στη θέση του μπαίνει το «εμείς».
Οι πόλεις εκκενώνονται και οι αστικοί πληθυσμοί μεταφέρονται στην ύπαιθρο και γίνονται αγρότες. Η χώρα γίνεται έθνος αγροτών και εκριζώνεται έτσι η διαφθορά και ο παρασιτισμός που ανθεί στα αστικά κέντρα.
Οι πρώην αστοί που έγιναν αγρότες ονομάζονται «νέοι» και αντιδιαστέλλονται από τους «παλιούς» που είναι οι παραδοσιακοί αγρότες. Οι «νέοι» λόγω του αστικού παρελθόντος τους θεωρούνται διεφθαρμένοι και κατώτεροι από τους «παλιούς» που είναι αγνοί άνθρωποι.
Η τεχνολογία απαγορεύεται ως καπιταλιστική διαστρέβλωση της φύσης. Όλοι εργάζονται με τα χέρια τους.
Η μετακίνηση από το ένα μέρος στο άλλο απαγορεύεται.
Κάθε εξωτερικό στοιχείο που προκαλεί ατομική διάκριση απαγορεύεται αυστηρά. Όλοι είναι ντυμένοι το ίδιο, με μια απλή μαύρη πιτζάμα.
Όποιος φορά γυαλιά, είναι εχθρός του κράτους, διότι υπήρξε διανοούμενος. Γενικά οι διανοούμενοι είναι υπό διωγμό και εκτελούνται.
Καταργούνται τα νοσοκομεία και η ιατρική δυτικού τύπου. Οι άρρωστοι θεραπεύονται με βοτάνια και μαντζούνια, όπως συνηθίζουν οι παλιοί αγρότες.
Η παραδοσιακή παιδεία καταργείται και οι δάσκαλοι εκτελούνται. Τα παιδιά μαθαίνουν απλή αριθμητική, γραφή και ανάγνωση και διδάσκονται τις νέες ηθικές αξίες της κοινωνίας. Μαθαίνουν επίσης να κατασκοπεύουν τους μεγαλύτερους και εξασκούνται βασανίζοντας ζώα. Τα περισσότερα παιδιά ζουν μακριά από τους γονείς τους.
Οι χειρονομίες, οι στάσεις, οι κινήσεις και οι εκφράσεις του προσώπου πρέπει να είναι υπό συνεχή αυτοέλεγχο. Όσοι δείχνουν χαρά είναι ατομικιστές. Όσοι δείχνουν λύπη έχουν πνευματική σύγχυση. Το βλέμμα ελέγχεται επίσης, μήπως υπονοεί καπιταλιστικές πεποιθήσεις.
Η ερωτική έλξη απαγορεύεται, είναι ανήθικη και αντεπαναστατική.

Σε ποιο σημείο άραγε από τα παραπάνω η ιδανική κοινωνία άρχισε να μεταστρέφεται σε εφιάλτη; Πώς από τις καλές προθέσεις ( όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι / σε γυναίκες και άνδρες οφείλεται ο ίδιος σεβασμός) προέκυψε ένα αιμοβόρο καθεστώς με βαθύ μίσος για τον άνθρωπο;

Το «1984» του Όργουελ ωχριά μπροστά σ’ αυτή την κοινωνία, η οποία δυστυχώς δεν βγήκε από ένα μυθιστόρημα, αλλά υπήρξε στην πραγματικότητα και είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο 1.7 εκατομμυρίου ανθρώπων μέσα σε τρία χρόνια και οχτώ μήνες (1975-1979), όσο κράτησε δηλαδή η κυριαρχία των Κόκκινων Χμερ στην Καμπότζη του πληθυσμού των 7 εκατομμυρίων.

Δεν θα ασχοληθώ με την ιστορία αυτών των τεράτων που ξεπέρασαν και τους Ναζί σε θηριωδία. Όποιος θέλει να μάθει περισσότερα μπορεί να τα αναζητήσει στο διαδίκτυο.

Περισσότερο με ενδιαφέρει να προβάλω εδώ άλλες πλευρές αυτής της φοβερής δικτατορίας.



Οι Κόκκινοι Χμερ επιχείρησαν να εφαρμόσουν στη χώρα τους τις θεωρίες του κομμουνισμού, όπως τις είχαν διαβάσει στα βιβλία τους. Επιχείρησαν δηλαδή να επέμβουν στην Πραγματικότητα και να τη διαστρέψουν, να την προσαρμόσουν στις κομμουνιστικές φαντασιώσεις τους. Η Πραγματικότητα φάνηκε αρχικά να διαστρέφεται, αλλά η Ιστορία μάς διδάσκει ότι όταν η Ουτοπία θέλει να υποκαταστήσει την Πραγματικότητα, θα είναι η Ουτοπία αυτή που θα ηττηθεί, όχι η Πραγματικότητα.

Οι αφελείς αλλά θηριώδεις Κόκκινοι Χμερ πίστεψαν ότι «για όλα φταίει ο καπιταλισμός της Δύσης» και ότι, αν εξαλείψουν καθετί δυτικό και καπιταλιστικό, αυτομάτως η χώρα τους θα γίνει ένας παράδεισος ισότητας και δικαιοσύνης. Επειδή ωστόσο ο μύθος τους αρνιόταν να γίνει πραγματικότητα, πίστεψαν στη συνέχεια ότι έφταιγαν τα κατάλοιπα του καπιταλισμού που κατά τη γνώμη τους ακόμα επιβίωναν στην Καμπότζη. Όπως παραδείγματος χάριν τα γυαλιά μυωπίας ή οι ασπιρίνες.

Προηγουμένως είχαν φροντίσει να αδειάσουν τις πόλεις τους και να μετακινήσουν βίαια τον πληθυσμό σε αγροτικές περιοχές, όπου έπρεπε  όλοι να δουλεύουν τουλάχιστον 12 ώρες την ημέρα χωρίς διακοπή για φαγητό. 



Υποτιμητικά οι αγρότες πρώην αστοί ονομάζονταν «νέοι» σε αντίθεση με τους «παλιούς», τους γνήσιους αγρότες, το καμάρι των Κόκκινων Χμερ. Όχι δηλαδή πως οι «παλιοί» περνούσαν καλύτερα, απλώς άντεχαν καλύτερα στην κακοποίηση. Αυτοί οι πρώην μπουρζουάδες όμως ήταν αμάθητοι σε τέτοια σκληρή ζωή και πέθαιναν ο ένας πίσω από τον άλλον από την υπερκόπωση, την πείνα και τις αρρώστιες.

 Η Κεντρική Τράπεζα της Καμπότζης στην πρωτεύουσα Πνομ Πενχ ανατινάχτηκε με εκρηκτικά, οι τραπεζικές συναλλαγές και το χρηματοπιστωτικό σύστημα απαγορεύτηκαν.  Τα σύνορα της χώρας έκλεισαν και οι εσωτερικές εμπορικές συναλλαγές γίνονταν με ρύζι αντί για νόμισμα. Η ονειρεμένη, αθώα αγροτική ζωή μόλις άρχιζε.

Γι’ αυτό και οι Κόκκινοι Χμερ κατάργησαν τη συμβατική χρονολογία και το έτος 1975 έγινε το έτος Ένα.

Οι πόλεις ρήμαξαν. Η θρησκεία απαγορεύτηκε και οι βουδιστικοί ναοί κατεδαφίστηκαν. Τα σχολεία και τα νοσοκομεία ερειπώθηκαν. Το ίδιο και οι κινηματογράφοι. Οι άρρωστοι υποχρεώθηκαν να σηκωθούν από τα κρεβάτια τους και να πορευτούν στα χωριά. Άγνωστο πόσοι πέθαναν στη διαδρομή.




Το κομμουνιστικό όνειρο, η εξάλειψη των τάξεων, έλαβε σάρκα και οστά. Όλοι έγιναν αγρότες και κάποιοι έγιναν εργάτες, πολύ λιγότεροι αυτοί. Επαγγελματίες και διανοούμενοι εκκαθαρίστηκαν. Όσοι μορφωμένοι επέζησαν, έπρεπε να το κρύβουν επιμελώς. Έσπασαν και τα γυαλιά τους για να μην ξεχωρίζουν από τους άλλους.

Η ατομική ιδιοκτησία εξαλείφθηκε ολοκληρωτικά. Τίποτε απολύτως δεν μπορούσε να έχει κάποιος στην κατοχή του. Τίποτε απολύτως, ούτε ένα κομμάτι πανί. Άλλο ένα κομμουνιστικό όνειρο υλοποιήθηκε έτσι.

Η Άνγκαρ, η κομμουνιστική κυβέρνηση της Καμπότζης,  έθεσε αμέσως ένα τετραετές πλάνο παραγωγής ρυζιού, διότι έκρινε ότι θεωρία και πράξη είναι ταυτόσημα και όταν στη θεωρία όλα είναι καλά, το ίδιο καλά θα είναι και στην πράξη. Σύμφωνα με το επιμελές τετραετές πλάνο τους, έπρεπε να προκύψει μια παραγωγή ρυζιού 3 μετρικών τόνων ανά εκτάριο. Αλλά η παραγωγή με όλες τις πιέσεις, τους καταναγκασμούς, τις απειλές και την εξαντλητική δουλειά δεν πέρασε ποτέ τον ένα τόνο ανά εκτάριο.

Κατά τους Κόκκινους Χμερ, αυτό δεν οφειλόταν στην Πραγματικότητα που αρνιόταν πεισματικά να μπει στο καλούπι της Ουτοπίας. Αυτό οφειλόταν στους «νέους» αγρότες που αρρώσταιναν και πέθαιναν από υπερκόπωση.

Όσοι δεν πέθαιναν, αλλά και δεν απέδιδαν στη δουλειά, οδηγούνταν σε απομακρυσμένα χωράφια, τους έβαζαν να σκάψουν πρώτα το λάκκο τους και μετά τους χτυπούσαν στο κεφάλι με μια τσάπα ή ένα φτυάρι, διότι έκαναν και οικονομία στις σφαίρες. Νεκροί ή μισοπεθαμένοι ρίχνονταν στο λάκκο και θάβονταν. «Ζωντανός δεν ωφελείς, νεκρός είσαι κέρδος» συνήθιζαν να λένε.

Εννοείται ότι η πείνα θέριζε τον κόσμο, όμως, αν κάποιος συλλαμβανόταν να κόβει κανένα καρπό από άγρια δέντρα, εκτελούνταν επί τόπου.


Παράλληλα γίνονταν και οι «Συναντήσεις Τρόπου Ζωής», όπου, οι εξαθλιωμένοι, νηστικοί άνθρωποι έπαιρναν τα σχετικά μαθήματα κομμουνιστικής Ουτοπίας και παρακινούνταν να παρατηρούν με προσοχή τους διπλανούς τους, τα λόγια και τις εκφράσεις τους, μήπως η συμπεριφορά τους είναι ύποπτα καπιταλιστική. Μερικοί δυστυχείς νόμιζαν ότι θα αποκαθαρθούν από τις καπιταλιστικές αμαρτίες τους, αν ομολογούσαν δημόσια κάποια παλιά τους παρέκκλιση. Εισέπρατταν τότε ένα εγκάρδιο χειροκρότημα και λίγο αργότερα κάποιος τους έπαιρνε σιωπηλά και τους οδηγούσε στο απομακρυσμένο χωράφι δια τα περαιτέρω.



Τα παιδιά μάθαιναν στοιχειώδη γραφή, ανάγνωση και αριθμητική και εκπαιδεύονταν ως γενίτσαροι του καθεστώτος. Μάθαιναν από πολύ νωρίς να επιτηρούν τους μεγαλύτερους και να τους εκτελούν, αν χρειαζόταν.

Σε ένα σχολείο της ερημωμένης Πνομ Πενχ οι Κόκκινοι Χμερ είχαν στήσει μια από τις τρομερότερες φυλακές τους, την S-21, όπου βασανίστηκαν και εκτελέστηκαν 17.000 άνθρωποι. Επειδή πλέον η Ουτοπία είχε εγκατασταθεί στη χώρα και οι πιο κτηνώδεις ορμές της ψυχής είχαν βρει δίοδο προς την Πραγματικότητα, οι διεστραμμένοι Κόκκινοι Χμερ εξολόθρευαν εκεί τα απομεινάρια του καπιταλισμού με τον δικό τους ελευθέριο τρόπο. Πρώτα φωτογράφιζαν τα θύματά τους, μετά τα βασάνιζαν και κατόπιν τα ξαναφωτογράφιζαν για να συγκρίνουν τις διαφορές. Στη συνέχεια φύλαγαν τις φωτογραφίες στα αρχεία τους που τα τηρούσαν με μεγάλη σχολαστικότητα.



Για τρία χρόνια και οχτώ μήνες η Ουτοπία θριάμβευε στην Καμπότζη εις βάρος της Πραγματικότητας. Μετά ήρθε το τέλος της.

Η Πραγματικότητα επέστρεψε. Δεν ήταν καλή, δεν είχε ευτυχία, δεν είχε δικαιοσύνη, δεν είχε ισότητα. Είχε φτώχεια, ψέμα, διαφθορά, αδικία, ανισότητα, όπως είναι πάντα η Πραγματικότητα. Είχε όμως ένα πλεονέκτημα: τη δυνατότητα να αλλάξει προς το καλύτερο.

Κάτι που η Ουτοπία εξ ορισμού δεν μπορεί να έχει.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου