Επικρατούσε παλιότερα η άποψη (και
ακόμα σήμερα πολλοί την ασπάζονται) ότι ο άνθρωπος γεννιέται καλός, αλλά ότι
στη συνέχεια χαλάει, επειδή μεγαλώνει σε ένα κόσμο άδικο και κακό. Αφελέστατη
άποψη βέβαια, διότι δεν εξηγείται πώς, αφού κατά βάση είναι καλός, δημιούργησε
αυτόν τον άδικο και κακό κόσμο.
Η αντίθετη άποψη που
υποστηρίζει ότι ο άνθρωπος γεννιέται κακός (ας πούμε αμαρτωλός) είναι η επίσημη
θέση της Εκκλησίας και, μολονότι δεν τα έχω καλά με τις Εκκλησίες, νομίζω ότι
αυτή η άποψη είναι πιο κοντά στην πραγματικότητα.
Βέβαια, δεν γεννιέται κανείς αμαρτωλός
ή κακός, γεννιέται ενστικτώδης, που σημαίνει ότι, αν δεν πάρει την κατάλληλη
αγωγή, θα αφεθεί στα φυσικά του ένστικτα και θα γίνει κάτι σαν ζώο. Το ζώο δεν
είναι κακό ούτε αμαρτωλό, βρίσκεται εκτός της ανθρώπινης ηθικής και ακολουθεί
τα ένστικτά του για να επιβιώσει και να αναπαραχθεί με επιτυχία. Το ίδιο έκαναν
και οι άγριοι μακρινοί μας πρόγονοι. Επομένως, όταν αλληλοσκοτώνονταν για τον
έλεγχο μιας περιοχής ή για ένα ψόφιο βουβάλι, δεν ήταν αμαρτωλοί, δεν ήταν
κακοί, ήταν ενστικτωδώς σκληροί.
Μην ξεχνάμε πως όλοι εμείς που
είδαμε το φως της ζωής κερδίσαμε αυτό το δικαίωμα βγάζοντας από τη μέση εκατομμύρια
ανταγωνιστές μας που έτρεχαν αγωνιωδώς μαζί μας με στόχο το ωάριο της μητέρας
μας. Το κερδίσαμε αυτό το δικαίωμα μετά από αυστηρούς και συνεχείς ελέγχους της
φύσης, ενόσω ήμασταν ακόμη στην κοιλιά της μητέρας μας, και σε περίπτωση που
είχαμε μια σοβαρή βλάβη η φύση θα προκαλούσε αυτόματη αποβολή και θα μας
ματαίωνε. Δεν μας ματαίωσε, άρα περάσαμε όλα τα τεστ με επιτυχία. Το κερδίσαμε
αυτό το δικαίωμα και μετά τη γέννησή μας, όσο μεγαλώναμε, καθώς εκτεθήκαμε σε
πολλούς κινδύνους ορατούς και αοράτους (μικρόβια, αρρώστιες, τραύματα,
μολύνσεις, ατυχήματα) και τους ξεπεράσαμε όλους.
Οι ζωντανοί είναι έτσι κι
αλλιώς πρωταθλητές στο άθλημα της ζωής. Είναι φτιαγμένοι να αντέχουν στις κάθε
λογής δυσκολίες για να συνεχίζουν να ζουν. Οι ζωντανοί είναι σκληροί από τη
φύση τους. Δέχονται την επίθεση, αλλά τα ένστικτά τους λειτουργούν τέλεια ( γι’
αυτό και είναι ζωντανοί εξάλλου) και μπορούν να αποκρούσουν την επίθεση και
ακόμα, αν χρειαστεί, να αντεπιτεθούν.
Ο άνθρωπος γεννιέται σκληρός.
Η αντίφαση ξεκινά από τη
στιγμή που αρχίσαμε να οικοδομούμε πολιτισμό. Για διάφορους λόγους ατομικού και
γενικού συμφέροντος εμφανίστηκε τότε στον κόσμο ένα σύστημα Ηθικής που αργά και
μεθοδικά άρχισε να περιορίζει την απόλυτη ελευθερία που είχαμε, όταν ζούσαμε
στη φύση. Μέσα από πολύπλοκες διαδικασίες ξεπήδησαν κάποια στιγμή καινοφανείς
αξίες, όπως αυτές της φιλίας, της αγάπης, της δικαιοσύνης, της ευαισθησίας, του
χρέους προς τους άλλους της ομάδας μας.
Και τώρα τα πράγματα
δυσκόλεψαν. Έπρεπε να συγκρατούμε τις ορμές μας, να ελέγχουμε τον αυθορμητισμό
μας, να κατευνάζουμε τα επιθετικά μας συναισθήματα και να καλλιεργούμε τα
ευγενικά. Καθόλου εύκολη υπόθεση. Αλλά, όταν η Ηθική και οι αξίες της επιμένουν
να μας συνετίζουν και να μας αναμορφώνουν επί χιλιάδες χρόνια, τέλος πάντων
καταφέραμε κάποια στιγμή να συμμορφωθούμε κάπως, πάψαμε οι περισσότεροι να
δερνόμαστε μεταξύ μας, πάψαμε να σκοτώνουμε για ψύλλου πήδημα τον άλλον, πάψαμε
να αρπάζουμε τα αγαθά του με το έτσι θέλω, πάψαμε να εκδηλώνουμε βία σε κάθε
ευκαιρία. Όσοι συνεχίζουν να φέρονται ως πρωτόγονοι προκαλούν τον αποτροπιασμό
και την αποδοκιμασία των υπόλοιπων και αυτό σημαίνει ότι μπήκαμε τέλος πάντων
οι περισσότεροι στο σωστό δρόμο.
Ναι, αλλά...
Δείτε τι έγινε στο πολύ γνωστό
πείραμα του Στάνφορντ:
Εδώ οι εθελοντές φοιτητές
χωρίστηκαν σε δυο ομάδες, στους κρατούμενους και τους δεσμοφύλακες. Μολονότι
ήξεραν ότι απλώς έπαιζαν ρόλους, οι νεαροί γλίστρησαν στην αυθυποβολή και
ταυτίστηκαν με τους ρόλους τους. Αυτό που ακολούθησε ήταν πέραν πάσης
φαντασίας. Οι μεν «δεσμοφύλακες» ταπείνωναν και εξευτέλιζαν τους «κρατούμενους»,
οι δε «κρατούμενοι» κόντεψαν να τρελαθούν με αυτά που υφίσταντο. Κανείς τους
ωστόσο δεν σκέφτηκε το απλούστερο: να ζητήσει να βγει από το πείραμα, εφόσον
είχαν όλοι εκτραπεί και το πείραμα είχε καταντήσει ένας εφιάλτης. Τελικά
αναγκάστηκε να το διακόψει ο ίδιος ο καθηγητής που φοβήθηκε τα χειρότερα.
Το πείραμα του Στάνφορντ μάς
έβγαλε από την τυχόν πλάνη μας ότι ο άνθρωπος είναι εκ φύσεως καλός ή από την
άλλη ίσως πλάνη μας ότι ο άνθρωπος, άπαξ και έχει εκπολιτιστεί και έχει δώσει
δείγματα ειρηνικού και φιλήσυχου χαρακτήρα, έχει πάψει πλέον να αποτελεί
κίνδυνο για τους συνανθρώπους του.
Η ανθρώπινη φύση φαίνεται ότι κινείται
μεταξύ δύο πόλων, της εξουσίας και της υποταγής. Αν οι εξωτερικές συνθήκες το
ευνοήσουν, εύκολα μπορεί κανείς να μεταμορφωθεί σε εξουσιαστή ή σε εξουσιαζόμενο,
ανάλογα σε ποια πλευρά θα βρεθεί. Έτσι ένα ήσυχο και φιλειρηνικό άτομο σε
συνθήκες πολέμου παραδείγματος χάριν είναι πολύ πιθανό να μεταβληθεί σε σφαγέα,
σε βιαστή, σε δήμιο και σε δεσμοφύλακα.
Το ίδιο ισχύει και για το
άτομο που θα έχει την ατυχία να βρεθεί στην εξουσία κάποιου άλλου. Η αντίστασή
του θα είναι βραχεία και στη συνέχεια θα υποταχθεί στους κανόνες του εξουσιαστή
του και θα υποδουλωθεί πλήρως.
Και στις δύο περιπτώσεις θα
μπουν σε κίνηση αρχαίοι μηχανισμοί που ήταν πρακτικά χρήσιμοι σε μακρινές
εποχές, όταν η βία στην κοινωνία και πιο πριν στη φυσική μας κατάσταση ήταν ο
κανόνας. Τότε δηλαδή που ο ισχυρός εξουσίαζε τους αδύναμους.
Οι μηχανισμοί αυτοί βρίσκονται
εν υπνώσει μέσα σε κάθε πολιτισμένο άνθρωπο και το πιθανότερο είναι ότι θα παραμείνουν
έτσι σε όλη τη ζωή του. Αν όμως οι εξωτερικές ειρηνικές συνθήκες ανατραπούν για
κάποιο λόγο και υπάρξει βία, οι μηχανισμοί αυτοί τίθενται αμέσως σε λειτουργία.
Επειδή σε περιβάλλον βίας είναι απαραίτητοι. Μόνο έτσι όποιος είναι ισχυρός θα
μπορέσει να επιβληθεί στους άλλους και θα εξασφαλίσει την ακεραιότητά του, αλλά
και όποιος είναι αδύναμος θα έχει πολλές ελπίδες να σώσει τη ζωή του.
Σε σπάνιες περιπτώσεις έχουμε
εξαιρέσεις. Άτομα που βρίσκονται στην εξουσία κάποιου αρνούνται να υποταχθούν.
Αυτό συχνά το πληρώνουν με τη ζωή τους – ο φυσικός μηχανισμός αυτοπροστασίας
ατονεί, γιατί υπερισχύει μια ιδέα, πατρίδα, πολιτική ή θρησκευτική ιδεολογία,
αξιοπρέπεια κλπ. Τότε μιλάμε για ήρωες, αλλά αυτοί είναι ελάχιστοι σε σύγκριση
με τους πολλούς που προτιμούν να σκύψουν το κεφάλι για να σωθούν.
Ας προσθέσουμε εδώ και το
γνωστό σύνδρομο της Στοκχόλμης που είναι μια προέκταση του φαινομένου που εξετάζουμε.
Πρόκειται για τα θετικά συναισθήματα που μπορεί να αναπτύξει κάποιος απέναντι
στον κακοποιό που τον κρατά ως όμηρο. Ο όμηρος προσπαθεί να κερδίσει την εύνοια
του δεσμώτη του συχνά με παιδαριώδη τρόπο και πιστεύει ότι, αν είναι
συνεργάσιμος, δεν κινδυνεύει να πάθει τα χειρότερα Αντίθετα τρέφει αρνητικά
συναισθήματα απέναντι σε όσους
προσπαθούν να τον σώσουν φοβούμενος ότι θα τον βλάψουν, αντί να του κάνουν
καλό. Ο όμηρος υποστηρίζει και βοηθά τον κακοποιό, ταυτίζεται δηλαδή μαζί του
και δένεται μαζί του συναισθηματικά. Πρόκειται στην ουσία για μια φυσική στρατηγική
επιβίωσης.
Το σύνδρομο της Στοκχόλμης θα
το δούμε μερικές φορές και στις οικογενειακές και προσωπικές σχέσεις, όταν το
άτομο που υφίσταται κακοποίηση, την υπομένει παθητικά επιδιώκοντας παράλληλα να
κερδίσει την εύνοια εκείνου που το κακοποιεί, ενώ αρνείται κάθε εξωτερική
βοήθεια και σιωπά για την κακοποίησή του από φόβο για το χειρότερο. Με τον
τρόπο αυτό προσπαθεί να επιβιώσει σε ένα επικίνδυνο περιβάλλον.
Ο άνθρωπος λοιπόν δεν γεννιέται
καλός. Δεν γεννιέται ούτε κακός. Γεννιέται σκληρός. Μέσα στον πολιτισμό η
σκληρότητά του αμβλύνεται και πολλές φορές φαίνεται να χάνεται εντελώς. Αλλά
δεν χάνεται στην ουσία. Κάπου βρίσκεται μέσα μας σε λανθάνουσα κατάσταση και
ενεργοποιείται αμέσως, μόλις οι συνθήκες το επιτρέψουν. Η υποταγή στον
ισχυρότερο είναι επίσης μια ιδιότητα που έχουμε σε λανθάνουσα κατάσταση και που
κι αυτή ενεργοποιείται, όταν νιώσουμε ότι απειλείται η ύπαρξή μας από κάποιον
σκληρότερο από μας.
Στην ουσία και οι δύο αυτές συμπεριφορές
αποσκοπούν στο ίδιο πράγμα: στην ατομική μας επιβίωση.
Σημειολογικά αναφέρουμε τις
εξής λεπτομέρειες από το πείραμα του Στάνφορντ:
α) Οι δυο νεαροί που είχαν
ρόλο δεσμοφύλακα στο πείραμα μιλούν στο φακό για την εμπειρία τους με ένα ύφος
που προδίδει αμηχανία και ίσως ντροπή για τη συμπεριφορά τους αλλά και κρυφή
ευχαρίστηση. Τα άκαιρα χαμόγελά τους είναι ενδεικτικά. Αντίθετα ο νεαρός που
είχε το ρόλο του φυλακισμένου εξακολουθεί να αισθάνεται θύμα. Εκφράζει θυμωμένη
και δυσάρεστη έκπληξη για την εμπειρία του, καθώς συζητά με τον «δεσμοφύλακά»
του.
β) Τα σύμβολα εξουσίας
λειτουργούν καταλυτικά στο παιχνίδι εξουσίας-υποταγής. Οι νεαροί
μεταμορφώνονται σε «δεσμοφύλακες», αμέσως μόλις φορέσουν τη στολή, τα μαύρα
γυαλιά και πάρουν το ραβδί στα χέρια τους. Την ίδια υποβολή πρέπει να
υποθέσουμε ότι υφίστανται και οι «φυλακισμένοι» βλέποντας τους «δεσμοφύλακες»
με αυτή τη συγκεκριμένη εξάρτυση.
γ) Κάποιοι «δεσμοφύλακες»
καταφέρνουν να αντισταθούν στη γοητεία της εξουσίας και δεν κακομεταχειρίζονται
τους «φυλακισμένους». Ωστόσο δεν παρεμβαίνουν στις αυθαιρεσίες των συναδέλφων
τους. Πρόκειται για μια συμπεριφορά που ισχύει σε πλήθος περιπτώσεων στην
καθημερινή μας ζωή.
δ) Ένας νεοφερμένος
«φυλακισμένος» αρνείται να υποταχθεί (προφανώς παίζει ρόλο ότι ήρθε στη μέση
του πειράματος). Αυτός αντιστοιχεί στον ήρωα της πραγματικής ζωής. Οι άλλοι
όμως που είναι ήδη υποταγμένοι προσπαθούν να τον «συνετίσουν», να του δώσουν να
καταλάβει ότι πρέπει οπωσδήποτε να υποταχθεί. Υποθέτω ότι και στην πραγματική
ζωή κάτι ανάλογο πρέπει να συμβαίνει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου