Σελίδες

14/5/13

Η δεσποινίς Περγιάμπιν (διήγημα)




Η δεσποινίς Περγιάμπιν χτύπησε διακριτικά το κουδούνι και περίμενε.

Ο διάδρομος ήταν σκοτεινός και έρημος. Κανείς ήχος, τίποτα. Λες και ήταν ακατοίκητο το κτήριο. Σκέφτηκε να κάνει στροφή και να εξαφανιστεί, μετά άλλαξε γνώμη. Ξαναχτύπησε το κουδούνι, αυτή τη φορά πιο επίμονα. Μια παράλογη ιδέα τής καρφώθηκε στο μυαλό, ότι όλοι όσοι έμεναν πίσω από τις πόρτες του διαδρόμου είχαν έρθει στο ματάκι και την παρακολουθούσαν. Ένιωσε εξευτελισμένη χωρίς λόγο. Χτύπησε για τρίτη φορά το κουδούνι. Επί τέλους κάτι άκουσε να σέρνεται πίσω από την πόρτα. Στάθηκε μπροστά στο ματάκι για να δουν αυτοί από μέσα ποια ήταν. Η πόρτα άνοιξε με μια μικρή καθυστέρηση και εμφανίστηκε μια ψηλή σωματώδης γυναίκα γύρω στα σαράντα.

-Η κυρία Φρίξτροσον; Ρώτησε δειλά η δεσποινίς Περγιάμπιν.

-Μάλιστα, εγώ είμαι.

-Μπορώ να σας απασχολήσω για λίγο;

-Τι θέλετε; Ρώτησε η άλλη και την παρατήρησε καχύποπτα.

- Έχω να σας αποκαλύψω ένα τρομερό μυστικό. Αφορά εμένα και το σύζυγό σας.

Η γυναίκα την κοίταξε για λίγο σιωπηλή.

-Κι εσείς ποια είστε; Ρώτησε έπειτα.

-Περγιάμπιν. Λέγομαι Περγιάμπιν. Συνεργάζομαι με το σύζυγό σας στην ομαλή εξέλιξη των οικογενειακών συναισθημάτων.

-Χμ, έκανε η κυρία Φρίξτροσον.

Ύστερα είπε στεγνά:

-Περάστε.

Μπήκαν σ’ ένα σκοτεινό σαλονάκι και κάθισαν σε δυο πολυθρόνες φθαρμένες από την πολυκαιρία. Στο βάθος ακούγονταν παιδικά ουρλιαχτά.

-Μη δίνετε σημασία, είπε η κυρία Φρίξτροσον.

Η δεσποινίς Περγιάμπιν έμεινε βουβή και χλομή, λες και βρισκόταν μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα.

-Σας ακούω, είπε η κυρία Φρίξτροσον.

Εκείνη  έριξε γύρω της ένα αφηρημένο βλέμμα. Έκανε να σταυρώσει τις γάμπες της, μετά άλλαξε γνώμη και προτίμησε να παραμείνει σε μια στάση σεμνή  με τα πόδια κολλημένα  το ένα  στο άλλο.

-Λοιπόν; Έκανε η γυναίκα. Ποιο είναι αυτό το τρομερό μυστικό που θέλετε να μου αποκαλύψετε;

Η δεσποινίς Περγιάμπιν ένιωσε ένα κόμπο στο λαιμό. Ξεροκατάπιε και είπε με κάποια δυσκολία:

-Γνωρίζετε βέβαια πόσο σημαντικό είναι να αναπτύσσονται ομαλά τα συναισθήματά μας, όταν είμαστε παιδιά. Αυτό θα καθορίσει τη μετέπειτα συμπεριφορά μας, όταν θα μπούμε στον κόσμο των ενηλίκων. Αν θα γίνουμε δηλαδή ευτυχή και ισορροπημένα άτομα ή αν θα υποφέρουμε από ελλείψεις. Η αγάπη παραδείγματος χάριν είναι ένα πολύ σημαντικό συναίσθημα. Όλα τα παιδιά πρέπει να παίρνουν αγάπη και να δίνουν αγάπη, δεν συμφωνείτε;


Η κυρία Φρίξτροσον ένευσε καταφατικά εξακολουθώντας όμως να παρατηρεί την επισκέπτριά της καχύποπτα. Η αμηχανία της δεσποινίδας Περγιάμπιν μεγάλωσε.

-Όμως καμιά φορά η αγάπη παίρνει περίεργους δρόμους. Ένα παιδί δεν μπορεί να το καταλάβει αυτό. Αγαπά ζωικά, χωρίς κανόνες. Καταλαβαίνετε τι θέλω να πω;

-Όχι, είπε η κυρία Φρίξτροσον.

Η δεσποινίς Περγιάμπιν έκανε μια χειρονομία ανυπομονησίας.

-Τέλος πάντων, δεν έχει σημασία. Με το σύζυγό σας συνεργαστήκαμε στενά πάνω σ’ αυτό το θέμα. Έπρεπε να διοχετεύσουμε την παιδική αγάπη στο σωστό κανάλι, αυτός ήταν ο σκοπός μας.

Άφησε ένα σιγανό αναστεναγμό:

-Ο σύζυγός σας υπήρξε εξαιρετικός συνεργάτης, δεν έχω παράπονο. Αλλά βέβαια μετά από αυτά που συνέβησαν, αναγκάστηκα να αλλάξω το όνομά μου. Ξέρετε, κάποτε λεγόμουν κι εγώ Φρίξτροσον.

-Δεν καταλαβαίνω πού το πάτε, είπε η άλλη. Και εν πάση περιπτώσει ποιο είναι αυτό το τρομερό μυστικό που θέλετε να μου αποκαλύψετε;

Η δεσποινίς Περγιάμπιν άνοιξε το στόμα της, ετοιμάστηκε να πει κάτι και μετά το ξανάκλεισε.

-Πες το τέλος πάντων, γιατί έχω και δουλειές, είπε η κυρία Φρίξτροσον αλλάζοντας έκφραση.

Η δεσποινίς Περγιάμπιν την κοίταξε ενοχλημένη:

-Αυτή η ατάκα ήταν περιττή, είπε.

-Συγγνώμη, μουρμούρισε η άλλη.

-Ο σύζυγός σας πάντως δεν είχε κακές προθέσεις. Ήταν λίγο αδιάφορος, αυτό είναι αλήθεια. Δεν πρόσεξε προς τα πού πήγαινε η αγάπη του παιδιού, δεν το κατάλαβε. Αυτό ήταν το μοναδικό του λάθος.

Μια εσωτερική πόρτα άνοιξε απότομα κι όρμησαν μέσα ουρλιάζοντας δυο πιτσιρίκια. Το πρώτο έδωσε μια τούμπα και κυλίστηκε στα πόδια της δεσποινίδας Περγιάμπιν. Το δεύτερο έπεσε πάνω στο πρώτο κι άρχισαν και τα δυο να γρονθοκοπούνται. Το πρώτο έβαλε τα κλάματα.
Οι γυναίκες έμειναν ακίνητες, σαν να μη συνέβαινε τίποτα. Τα πιτσιρίκια σηκώθηκαν σε λίγο και με νέα ουρλιαχτά βγήκαν τρέχοντας από το σαλόνι.

Η δεσποινίς Περγιάμπιν καθάρισε το λαιμό της:

-Αυτό που θέλω να σας πω, είναι ότι εδώ και πολύ καιρό προσπαθώ να γίνω ερωμένη του συζύγου σας.


Έπεσε μια απροσδιόριστη σιωπή. Η κυρία Φρίξτροσον κάρφωσε τα μάτια της στη δεσποινίδα Περγιάμπιν κι έμεινε ακίνητη και βλοσυρή. Η δεσποινίς Περγιάμπιν έπαιξε λίγο με την τσάντα της.

-Ώστε έτσι, είπε μετά η κυρία Φρίξτροσον. Η φωνή της περιείχε κάτι αόριστα απειλητικό.

-Έτσι, παραδέχτηκε η δεσποινίς Περγιάμπιν.

-Και γιατί μου το λέτε τώρα αυτό;

-Επειδή ξαφνικά ένιωσα  την ανάγκη της εξιλέωσης.

-Της ποιας;

-Μετανόησα, είπε η δεσποινίς Περγιάμπιν κι έπαιξε αμήχανα με την τσάντα της.

-Και λοιπόν;

-Ήθελα να ξέρετε.

-Για ποιο λόγο;

Η δεσποινίς Περγιάμπιν έμεινε για λίγο μετέωρη, σαν να μην περίμενε αυτή την ερώτηση.

-Για ποιο λόγο έπρεπε να ξέρω;

-Άσχετη ερώτηση, είπε κοφτά η δεσποινίς Περγιάμπιν.

Από την ανοιχτή πόρτα μπήκε τρέχοντας ένα από τα πιτσιρίκια. Άρπαξε το τασάκι που ήταν γεμάτο αποτσίγαρα, το εκσφενδόνισε στα πόδια της δεσποινίδας Περγιάμπιν και ξανάφυγε τρέχοντας. Εκείνη άφησε μια κραυγή και τίναξε τις γάμπες της.

-Δεν είναι τίποτα, είπε η κυρία Φρίξτροσον. Λοιπόν;

-Λοιπόν; επανέλαβε σαν ηχώ η δεσποινίς Περγιάμπιν.

-Τι θέλετε τώρα να κάνω εγώ;

-Σας ζητώ να με συγχωρέσετε.

-Δηλαδή τι θέλετε; Να σας πω «εν τάξει, σας συγχωρώ»; Αν είναι τόσο απλό, ορίστε: σας συγχωρώ.

-Μα τι λέτε; Ρώτησε ενοχλημένη η δεσποινίς Περγιάμπιν.

Η άλλη σώπασε απότομα.

-Είμαι ένοχη, είπε σιγανά αυτή.

Μικρή παύση.

-Φταίω. Έχω αμαρτήσει.

Σιωπή.

-Ένοχη σας λέω! Προσπάθησα να κλέψω τον άνδρα σας.

Η κυρία Φρίξτροσον έκανε να σηκωθεί, αλλά εκείνη δεν την άφησε:

-Είμαι άξια κάθε καταφρόνησης. Εξέθρεψα μέσα μου ένα ανόσιο συναίσθημα. Έπρεπε να αγαπώ αγνά τον άνδρα σας, όχι να τον ερωτευτώ. Μπέρδεψα τα συναισθήματα, καταλαβαίνετε.

Τα παιδικά ουρλιαχτά από μέσα ξανάρχισαν.

-Με τι δικαίωμα τον ερωτεύτηκα; Με τι δικαίωμα θέλησα να σας τον πάρω; Ο άνδρας αυτός είναι δικός σας, σας ανήκει.

Η κυρία Φρίξτροσον σηκώθηκε κι έκλεισε την πόρτα.

-Κλείδωσέ την καλύτερα, είπε η δεσποινίς Περγιάμπιν.

Η κυρία Φρίξτροσον κλείδωσε την πόρτα.

-Ο κύριος Φρίξτροσον είναι ένας τρυφερός σύζυγος και πατέρας κι εγώ είμαι μια ελεεινή, συνέχισε η δεσποινίς Περγιάμπιν. Αν θέλετε, μπορείτε τώρα να με εξευτελίσετε. Μου αξίζει.

Σταμάτησε λίγο σαν να περίμενε κάτι.

-Δεν λέτε τίποτα; Ρώτησε μετά.

Η κυρία Φρίξτροσον ξανακάθισε στην πολυθρόνα ανέκφραστη.

-Θα έπρεπε να μάθει όλος ο κόσμος ποια είμαι πραγματικά, αναστέναξε η δεσποινίς Περγιάμπιν.



Έβαλε απότομα  τα κλάματα κι έσκυψε το κεφάλι, ενώ η κυρία Φρίξτροσον την κοίταζε απαθώς. Η δεσποινίς Περγιάμπιν έκλαιγε τώρα με αναφιλητά. Έβγαλε από την τσάντα της ένα άσπρο μαντιλάκι και κάθε τόσο σκούπιζε τα μάτια της.

Τα παιδιά ήρθαν στην πόρτα κι άρχισαν να τη βροντούν.

-Είσαι πράγματι ελεεινή, είπε ήσυχα η κυρία Φρίξτροσον.

Η άλλη σήκωσε τα μάτια της και την κοίταξε απολογητικά:

-Έχω μετανιώσει, ειλικρινά σας το λέω. Δεν ξέρετε πόσο αγωνίστηκα να καταπνίξω αυτό το αμαρτωλό συναίσθημα, δεν μπορείτε να φανταστείτε. Αλλά έχω μετανιώσει, αλήθεια σας λέω.

Φύσηξε τη μύτη της στο μαντιλάκι και ύψωσε τη φωνή της για να ακουστεί πάνω από το γρονθοκόπημα των παιδιών στην κλειδωμένη πόρτα:

-Βλέπετε, όταν τον ερωτεύτηκα, δεν ήξερα.

-Τι δεν ήξερες δηλαδή;

-Ότι δεν έπρεπε. Ήμουν τόσο αθώα ακόμα τότε, τόσο ανύποπτη για την πολυπλοκότητα των ανθρώπινων σχέσεων. Ήμουν πολύ μικρή, όταν το έπαθα, νήπιο. Καταλαβαίνετε, δεν είχα λογική. Νόμιζα πως δεν ήταν κακό αυτό που ένιωσα για κείνον. Εν πάση περιπτώσει, σας ζητώ να με συχωρέσετε.


-Δεν είναι τόσο απλό, είπε η κυρία Φρίξτροσον και σηκώθηκε. Με μια απλή εξομολόγηση δεν ξεπλένεται η ανήθικη πράξη σου.

Έβαλε το χέρι στην τσέπη της ποδιάς της.

Τα παιδιά εν τω μεταξύ από μέσα κόντευαν να σπάσουν την πόρτα με τις γροθιές τους.

-Ένα λεπτό, είπε η δεσποινίς Περγιάμπιν και σηκώθηκε κι αυτή.

Η κυρία Φρίξτροσον έμεινε ακίνητη με το χέρι στην τσέπη.

-Καλύτερα να μην το προχωρήσουμε σήμερα.

Οι δυο γυναίκες κοιτάχτηκαν με μια εντελώς νέα έκφραση.

-Απ’ την αρχή δεν πήγε καλά το πράγμα. Κι αυτά τα παιδιά σου. Δεν μπορείς να τα συμμαζέψεις λίγο;

Η κυρία Φρίξτροσον σήκωσε τους ώμους:

-Είναι θηρία. Τι θέλετε να κάνω;

-Τουλάχιστον, όταν έρχομαι, κλείδωνέ τα σε κανένα δωμάτιο.

-Τι να σας πω. Όταν σας βλέπουν εξαγριώνονται. Δεν καταλαβαίνω τι παθαίνουν.

-Παιδιά! Έκανε αποδοκιμαστικά η δεσποινίς Περγιάμπιν. Όλα στραβά τα καταλαβαίνουν αυτά τα άγουρα ανθρωπάκια.

-Λοιπόν, δεν θα προχωρήσουμε;

-Όχι.

-Τουλάχιστον θα πληρωθώ;

Η δεσποινίς Περγιάμπιν άνοιξε την τσάντα της κι έβγαλε μερικά χαρτονομίσματα.

-Κι εσύ επίσης βαριόσουν σήμερα, είπε καθώς της έδινε τα χρήματα. Λες κι έπαιζες θέατρο.

Η γυναίκα έβαλε τα χρήματα στην τσέπη της ποδιάς της και την κοίταξε συγχυσμένη:

-Μα παίζουμε θέατρο, κυρία!

-Έτσι νομίζεις, απάντησε η δεσποινίς Περγιάμπιν κι έκανε κατά την πόρτα.

-Αν δεν είναι θέατρο, τι είναι τότε; Ρώτησε η άλλη ακολουθώντας την μηχανικά.

-Αναπαράσταση, μαντάμ Λούλα. Πρέπει να φρεσκάρουμε τις ενοχές μας πότε-πότε.

Άνοιξε την πόρτα και βγήκε στον κακοφωτισμένο διάδρομο.

-Λοιπόν, την άλλη εβδομάδα πάλι.

-Όποτε θέλετε, είπε η μαντάμ Λούλα ταπεινά.

Η δεσποινίς Περγιάμπιν κατέβηκε τις σκάλες και βγήκε στο δρόμο. Ο ήλιος έλουζε τα πάντα με δυνατό φως και ο κόσμος πηγαινοερχόταν ανύποπτος.

-Αχ, κύριε Φρίξτροσον, αναστέναξε. Ποτέ σου δεν μ’ αγάπησες. Εσύ πάντα αγαπούσες τη μητέρα. Και δες τώρα τι μνημόσυνα σου κάνω.


Το διήγημα δημοσιεύτηκε στη "Θράκα":





5 σχόλια: